Αναγνώστες

Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως, κρυμμένος σὰν ἀετός, μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος, ὁ πρῶτος μου ἑαυτός... ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

Τετάρτη 25 Αυγούστου 2010

Συμφάγοντες και συμπαρομαρτούντες

στον Γιάννη Μαράβα

Πατέρα, πριν σκεφτείς το γλέντι,
σκέψου τις προετοιμασίες, τις εργατοώρες
που προσφέραμε θυσία στην εστία
της κουζίνας: τα πολυπληθή μάτια
όλα ορθάνοιχτα, να σ’ εξυπηρετήσουν,
τις μπακιρένιες κατσαρόλες,
τα ταχύβραστα, τα εμαγιέ, τα πυρίμαχα,
τις μυρωδιές και τις ευωδιές των σφαχτών,
των χόρτων την ανέλπιδη επίκληση,
των νηστικών τις προσδοκίες.

Φαντάσου για λίγο, Πατέρα, την αγορά
με τα ποικιλώνυμα πλούτη, την αίγλη
των φρεσκοκομμένων καρπών,
τη χλιδή του κρεοπωλείου,
τα εκτεθειμένα κοτόπουλα σαν μπαλαρίνες
να εκθέτουν τη γύμνια τους,
τα σλαβικά τους κάλλη, σφαγμένα κρέατα
νωπά ακόμη στο μαχαίρι, τα ζωντανά τους
αίματα να κολυμπούν απρόσκοπτα
στο πράσινο των χόρτων και της απανταχού
γκρηκ σάλαντ κι όλα αυτά μαζί
φαντάσου τα στο γιορτινό τραπέζι.

Πριν από το γλέντι σκέψου, Πατέρα,
την αμφιβολία του οικοδεσπότη,
την αμφιθυμία του για το μενού
και το ολιγόωρο της τέρψης.
Φαντάσου, αν θες, το πορτοφόλι του,
Τ’ αγωνιώδη τηλεφωνήματα, που καθορίζουν
τον ακριβή αριθμό των συνδαιτυμόνων,
του κόσμου όλου, αν τα σπίτια μας
ήταν λίγο μεγαλύτερα, αν το πορτοφόλι μας
ξεχείλιζε από αγάπη κι αν η καρδιά μας
άντεχε να χορτάσει όλους τους πεινασμένους.
Πριν φανταστείς το γλέντι, Πατέρα,
φαντάσου τα περιορισμένα, μέσα
στην ανθηρότητα τους οικονομικά,
τους εκλεκτούς φίλους που αυτοπεριορίζονται
σε κλάσματα δεκαδικών αριθμών, σκέψου
το παροδικό της υπάρξεως,
το περιοδικό των συναισθημάτων.

Φαντάσου τα ελλείμματα, το ελάχιστο
όσων τέλος πάντων κοινωνούν στ’ όνομά σου,
έναντι των εκατομμυρίων που παραμένουν
αμέτοχοι. Φαντάσου την επιλογή,
πριν από το γλέντι και την οδυνηρή
απόρριψη, τις ετήσιες εξετάσεις,
τα πρόσφορα, τις μετατάξεις, τα φροντιστήρια
έπαθλα, τις ακροαματικές κι επί το πλείστον
γραπτές κι ανεπανάληπτες δοκιμασίες.
Φαντάσου τον περιορισμένο αριθμό
των εισαχθέντων και παραδέξου το,
αφού στην ίδια τράπεζα παραμένει ακόμη
ανέφικτο από κοινού να συμφάγωμεν:
αρνήσου την καθολικότητα του προσκλητήριου
γεύματος κι έλα κάθισε στη συντροφιά μας:
ύψωσε το ποτήρι σου, τσούγκρισε
τα νιάτα σου με τα νεανικά μας γεροντάματα
και γλέντησε μαζί μας όπως πάντα,
τα συμφωνημένα έπη, τα περιορισμένα
εδέσματα που δεν αποκλείουν κι ίσως
συντρέχουν αντιθέτως το ατέρμονο γλέντι
της πίστης μας στον ένα Θεό,
που τυγχάνει έναν προς ένα να μας αναγνωρίζει
γύρω από αυτό το τραπέζι και να μας ενώνει
διαβατήριο προσφέροντας δια του κεφιού
την οδό προς την αθανασία,

την αναντίρρητη νεολαία του σήμερα, Πατέρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: