Απλά ας αποκαταστήσουμε...
Aργοπεθαίνει
όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας,
την ίδια παίρνοντας μέρα τη μέρα διαδρομή,
όποιος περπατησιά δεν αλλάζει,
όποιος δεν τολμάει να φορέσει ένα χρώμα καινούργιο,
όποιος δεν μιλάει σ’ αγνώστους.
Αργοπεθαίνει όποιος κάνει την τηλεόραση ταγό του
και γκουρού.
Αργοπεθαίνει
όποιος αποφεύγει ένα πάθος,
όποιος βάζει το μαύρο πάνω απ’ το άσπρο
και πάνω απ’ το ιώτα διαλυτικά,
όποιος στη δίνη δεν αφήνεται να πέσει
των συγκινήσεων που μεταμορφώνουν
τα μάτια σ’ αστέρια, τα χασμουρητά σε χαμόγελα,
και τα στήθη σε χτυποκάρδια και λάθη.
Αργοπεθαίνει
όποιος δεν σαρώνει από οργή το τραπέζι
όταν πρέπει,
όποιος δεν θυσιάζει το βέβαιο
για το αβέβαιο κυνήγι ενός ονείρου,
όποιος δεν τόλμησε καν μια φορά στη ζωή του
να κάνει πέρα τις συνετές συμβουλές.
Αργοπεθαίνει
όποιος δεν κάνει πανιά γι’ άλλους τόπους,
όποιος δεν ανοίγει βιβλίο,
όποιος δεν χάνεται στη μουσική,
όποιος δεν βρίσκει μέσα του γοητεία και χάρη.
Αργοπεθαίνει
όποιος τον έρωτά του ταπεινώνει,
όποιος δεν γυρεύει απ’ τους άλλους βοήθεια
όταν την έχει ανάγκη,
όποιος περνά τις μέρες του γκρινιάζοντας
για την κακή του τύχη ή τη βροχή που δεν σταματά.
Αργοπεθαίνει
όποιος παρατάει μια ιδέα προτού τη βάλει μπροστά,
όποιος δεν ρωτάει για όσα δεν ξέρει.
Γλιτώνουμε αυτόν τον θάνατο σε δόσεις
όταν θυμόμαστε ότι για να ‘σαι ζωντανός
θέλει προσπάθεια πολύ πιο δύσκολη από της ανάσας.
*Σε πολλούς επικρατεί η πεποίθηση ότι το ποίημα ανήκει στον μεγάλο Χιλιανό Πάμπλο Νερούδα, ενώ η δημιουργία προέρχεται από τη Βραζιλιάνα λογοτέχνιδα και θεατρική συγγραφέα Μάρτα Μεντέιρος. Είναι η ίδια πλάνη που επικράτησε για το πασίγνωστο περί αδράνειας ποίημα «Όταν οι Ναζί πήραν τους κομμουνιστές, εγώ δε μίλησα…» που αποδόθηκε στον Μπρεχτ – ενώ ανήκει στον Γερμανό λουθηρανό πάστορα Μάρτιν Νιμέλερ, ο οποίος πέθανε στο Άουσβιτς.
**Ευχαριστώ την Αυγή Μ. Πλατσή που το ανάρτησε στη σελίδα της στο facebook, μαζί με το link που ακολουθεί.
Aργοπεθαίνει
όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας,
την ίδια παίρνοντας μέρα τη μέρα διαδρομή,
όποιος περπατησιά δεν αλλάζει,
όποιος δεν τολμάει να φορέσει ένα χρώμα καινούργιο,
όποιος δεν μιλάει σ’ αγνώστους.
Αργοπεθαίνει όποιος κάνει την τηλεόραση ταγό του
και γκουρού.
Αργοπεθαίνει
όποιος αποφεύγει ένα πάθος,
όποιος βάζει το μαύρο πάνω απ’ το άσπρο
και πάνω απ’ το ιώτα διαλυτικά,
όποιος στη δίνη δεν αφήνεται να πέσει
των συγκινήσεων που μεταμορφώνουν
τα μάτια σ’ αστέρια, τα χασμουρητά σε χαμόγελα,
και τα στήθη σε χτυποκάρδια και λάθη.
Αργοπεθαίνει
όποιος δεν σαρώνει από οργή το τραπέζι
όταν πρέπει,
όποιος δεν θυσιάζει το βέβαιο
για το αβέβαιο κυνήγι ενός ονείρου,
όποιος δεν τόλμησε καν μια φορά στη ζωή του
να κάνει πέρα τις συνετές συμβουλές.
Αργοπεθαίνει
όποιος δεν κάνει πανιά γι’ άλλους τόπους,
όποιος δεν ανοίγει βιβλίο,
όποιος δεν χάνεται στη μουσική,
όποιος δεν βρίσκει μέσα του γοητεία και χάρη.
Αργοπεθαίνει
όποιος τον έρωτά του ταπεινώνει,
όποιος δεν γυρεύει απ’ τους άλλους βοήθεια
όταν την έχει ανάγκη,
όποιος περνά τις μέρες του γκρινιάζοντας
για την κακή του τύχη ή τη βροχή που δεν σταματά.
Αργοπεθαίνει
όποιος παρατάει μια ιδέα προτού τη βάλει μπροστά,
όποιος δεν ρωτάει για όσα δεν ξέρει.
Γλιτώνουμε αυτόν τον θάνατο σε δόσεις
όταν θυμόμαστε ότι για να ‘σαι ζωντανός
θέλει προσπάθεια πολύ πιο δύσκολη από της ανάσας.
*Σε πολλούς επικρατεί η πεποίθηση ότι το ποίημα ανήκει στον μεγάλο Χιλιανό Πάμπλο Νερούδα, ενώ η δημιουργία προέρχεται από τη Βραζιλιάνα λογοτέχνιδα και θεατρική συγγραφέα Μάρτα Μεντέιρος. Είναι η ίδια πλάνη που επικράτησε για το πασίγνωστο περί αδράνειας ποίημα «Όταν οι Ναζί πήραν τους κομμουνιστές, εγώ δε μίλησα…» που αποδόθηκε στον Μπρεχτ – ενώ ανήκει στον Γερμανό λουθηρανό πάστορα Μάρτιν Νιμέλερ, ο οποίος πέθανε στο Άουσβιτς.
**Ευχαριστώ την Αυγή Μ. Πλατσή που το ανάρτησε στη σελίδα της στο facebook, μαζί με το link που ακολουθεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου