Αναγνώστες

Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως, κρυμμένος σὰν ἀετός, μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος, ὁ πρῶτος μου ἑαυτός... ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

Παρασκευή 3 Μαΐου 2019

ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ, 1









Ο Ηράκλειτος οδεύει το βραδάκι
προς Έφεσον. Τον έχει η εσπέρα φέρει,
ανεξαρτήτως της θελήσεώς του,
σε κάποιο αμίλητο ποτάμι, που ούτε
πού χύνεται ούτε πώς το λένε ξέρει.
Είν’ ένας Ιανός εκεί από πέτρα
και κάτι λεύκες. Σαν κοιτιέται μέσα
σ’ εκείνον τον παροδικό καθρέφτη,
τη φράση ανακαλύπτει και δουλεύει
που των ανθρώπων οι γενιές για πάντα
θα σώσουν. Η φωνή του διακηρύσσει:
Δεν γίνεται μες στο ίδιο το ποτάμι
να μπεις και να ξανάμπεις ( : Ποταμῷ οὐκ
ἔστιν ἐμβῆναι δὶς τῷ αὐτῷ). Εστάθη.
Τα χάνει. Μ’ έκπληξη και τρόμο νιώθει
ιερό ότι και ο ίδιος ρεύμα ποταμού είναι
παροδικό. Κι αν θέλει πάλι νά ’χει
το πρωινό που πέρασε, τη νύχτα,
το σούρουπό της, δεν μπορεί. Τη φράση
τότε επαναλαμβάνει. Τυπωμένη
τη βλέπει μ’ ευανάγνωστα στοιχεία
στο μέλλον, στου Ιωάννου Μπάρνετ μια σελίδα.
Ο Ηράκλειτος ελληνικά δεν ξέρει.
Ο Ιανός, θεός των θυρών, είν’ θεός λατίνος.
Ο Ηράκλειτος δεν έχει χτες και τώρα.
Απλό μηχάνευμα είναι που ονειρεύτη
κάποιος μονόχνωτος στις όχθες του Red
Cedar, που ενδεκασύλλαβους συνθέτει,
γιατί δεν θέλει το μυαλό του νά ’ναι
μονίμως στο Μπουένος Άιρες και στις
μορφές τις προσφιλείς του. Κάποια λείπει.



http://alonakitispoiisis.blogspot.com/

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

Δεν υπάρχουν σχόλια: