ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΞΟΡΙΑΣ, Ι
27 Οκτωβρίου 1948
Εδώ τ' αγκάθια είναι πολλά -
αγκάθια, καστανά, κίτρινα αγκάθια,
σ' όλο το μάκρος της μέρας,
ως μέσα στον ύπνο.
Όταν περνούν το συρματόπλεγμα οι νύχτες
αφήνουν μικρά κουρέλια απ' τη φούστα τους.
Τα λόγια που μας φάνηκαν όμορφα κάποτε
χάσαν το χρώμα τους σαν το γιλέκο του γέρου στο σεντούκι
σαν ένα λιόγερμα σβησμένο στα τζάμια.
Οι άνθρωποι περπατάνε με τα χέρια στις τσέπες ή κάποτε
χειρονομούν σα να διώχνουν μια μύγα που ξανακάθεται στο ίδιο μέρος πάλι
και πάλι στα χείλη του άδειου ποτηριού ή πιο μέσα σ' ένα
σημείο απροσδιόριστο κι επίμονο όσο
κι η άρνησή τους να το αναγνωρίσουν.
29 Οκτωβρίου
Ανάμεσα στ' αγκάθια και στα πεσμένα φύλλα βρήκαμε μια γυμνή γαϊδουροκεφαλή -
ίσως και νάναι το κεφάλι του καλοκαιριού έτσι αφημένο στις βρεγμένες πέτρες
και γύρω του κάτι μικρά γαλάζια λουλούδια που δεν ξέρουμε τ' όνομά τους.
Αν φωνάξει κάποιος πίσω απ' το φράχτη η φωνή του κατακάθεται γρήγορα στο χώμα
σαν ένα χωνί από στρατσόχαρτο γεμάτο μαύρη σταφίδα.
Το βράδι ακούμε πέρα στους λόφους που αλλάζουν τον ξεφούσκωτο τροχό του φεγγαριού.
Αργότερα τα πράγματα ξαναβρίσκουν τη θέση τους
όπως βρίσκεις τυχαία στο προαύλιο το καφετί κουμπί του σακκακιού σου -
και ξέρεις: δεν είναι διόλου ένα κουμπί από τις στολές των θεατρίνων του καλοκαιριού - όχι, διόλου -
ένα κοινότατο κουμπί που πρέπει να το ράψεις πάλι στο σακκάκι σου
μ' εκείνη την αδέξια, ευγενική προσοχή του πάντοτε μαθητευόμενου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου