Αναγνώστες

Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως, κρυμμένος σὰν ἀετός, μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος, ὁ πρῶτος μου ἑαυτός... ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ... Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ... Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 28 Μαΐου 2010

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΡΑΠΗΣ

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΡΑΠΗΣ

Μ’ ένα σκοινί τον δέσανε για να μην πέσει χάμω
Μ’ ένα καρφί τον κάρφωσαν επάνω στην καρέκλα
Τον χτύπησαν πολλές φορές πριν σωριαστεί κατάχαμα
Είδηση που μαθεύτηκε τριάντα χρόνια αργότερα
Και κυκλοφόρησε αργά σαν τραίνο εμπορευμάτων
Κι ανάμεσα στις όμορφες γυναίκες της Αθήνας
Ένα κορίτσι νόστιμο που τίποτα δεν σκέπτεται
Κι όμως εγώ τη σκέπτομαι νύχτα και μέρα αδιάκοπα
Είναι της κάλτσας το κριτς κριτς στης γάμπας τη θηλιά
Ζεστή όπως τ’ αντρόγυνο που ζύμωσε η φραντζόλα
Είν’ ένα χέρι πονηρό που φτάνει ως το μηρό
Και προχωρούσε μόνο του χωρίς ν’ αποτραβιούνται
Της περιέργειας τα καλλίγραμμα ακουμπισμένα μπράτσα
Ένα πεδίο άσκησης για κανονιές αγάπης
Ένα πεδίο μαγνητικό γύρω απ’ τα δυο βυζιά.

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2009

Τα τρία τέταρτα της ζωής μου

Τα τρία τέταρτα της ζωής μου


Μέσα στης γης τα χάσματα και την επιδερμίδα
Άγνωστες ποσότητες σπανίων ορυκτών
Τοποθετημένα σαν κεφάλαια σʼ επίκαιρα σημεία
Μια γενειάδα ακολουθεί την άλλη αστραπιαία
Χώρες αλλάζουν χέρια εμβαδόν υψόμετρο
Ονόματα πόλεως γίνονται χερσόνησοι
Τοποθεσίες πολυάνθρωπες γίνονται θάλασσες
Ποτάμια δανείζονται τις κοίτες των άλλων ποταμών
Λόφοι παραμερίζονται από ζηλότυπα βουνά
Πολυτελή ανάκτορα ερημώνονται και καταντούν υπόγεια
Άνθρωποι σοφοί ξαναμωραίνονται
Και το μυαλό τους εξατμίζεται στο χάος το απληροφόρητο
Ξύλινα σπίτια τοποθετημένα σε νέες διασταυρώσεις
Γίνονται θύματα της πυρκαγιάς ερωτικών διαθέσεων
Γέφυρες υποτάσσονται στους πεζούς
Φέρετρα στοιβάζονται γιατί όλοι τώρα
Καίνε τους « πρώην» τους με αρώματα
Σε κλίβανους ατομικούς
Κατεψυγμένοι εγκέφαλοι σκέπτονται στις βιβλιοθήκες
Κύριοι φρακοφόροι μελετούν τις αντιδράσεις τους
Σεξουαλικές ανωμαλίες
Γίνονται «Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου»
Όργανα της τάξης αλλάζουν φύλο καθημερινά
Όργια σε ρωμαϊκές βίλες
Παίρνουν τον χαρακτήρα
Μιας σφαγής συνειδήσεων
Εξαγορασμένη τρυφερότητα φτάνει ως τα πεζοδρόμια
Στο μεταξύ τα πόδια μου
Είναι από άμμο κι από μαργαρίνη
Τα χέρια μου είναι από φτερά πουλιών
Το κεφάλι μου είναι βιδωτό
Το στόμα μου αναβοσβήνει
Όπως τα φώτα της κυκλοφορίας
Κόκκινο πράσινο κίτρινο κόκκινο καφέ…
Τα λόγια μου ταχυδρομούνται
Σε στοίβες εκατομμυρίων
Κλείνω τ΄ αυτιά μου για να μην ακούγονται
Τα παράπονα των ταχυδρόμων
Ένας ταμίας που κατάκλεψε μια Τράπεζα
Ομολογεί τα πάντα σ΄ ένα μέντιουμ
Που πάει να τον καταγγείλει στην αστυνομία
Μια νεράιδα ντύνεται στο σεληνόφως
Μια γυναίκα στου Dior – εγώ δεν ντύνομαι
Πουθενά – μένω γυμνός –
Το σπίτι μου είναι ο παράδεισος των ανωμάλων έλξεων
Μόνο στραβόξυλα περνούν για διαβατήρια
Μόνο χαμόγελα έχουν μια γεύση υπόξινη
Μόνον οι βάσεις και τα οξέα
Ξέρουν τι σημαίνουν οι συνθέσεις
Που μοιράζονται τα ηλεκτρόνιά τους με άλλα άτομα-

Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2009

Το αίνιγμα

Το αίνιγμα

Η ρίζα ενός δέντρου μου τρώει το σχήμα
Μια πέτρα μου αγκυλώνει το δάχτυλο
Και μου γδέρνει το μυαλό
Τα μάτια μου γίνονται παρανάλωμα των φύλλων
Κουκουβάγιες τρυπώνουν μες στα ματόκλαδά μου
Τα βήματά μου αυτοκαταλύονται κατασταλάζουν
Γίνονται στόματα μες στα μνημεία των θάμνων
Μια πεταλούδα απομυζάει όλο μου το είναι
Τα ρουθούνια μου βγάζουν σπίθες και καπνούς
Όπως οι δράκοι που ήταν κοράλλια τον παλιό καιρό
Είναι όπως το γαϊδουράγκαθο μέσα στα χόρτα
Οι στρόβιλοι με ξεχνούν και μ΄ απαρνιούνται
Τα λουλούδια μου βγάζουν τη γλώσσα
Τα πεζούλια με υποσκελίζουν
Μισώ τα ελατήρια και εξαργυρώνω τη θέλησή τους
Είμαι ο χαϊδεμένος των κυμάτων όπως τα βότσαλα
Αρνήθηκα να υποχωρήσω μπροστά στον άνεμο
Να λιώσω μες στα καμίνια των λουτρών της ζέστης
Να καώ με τα κάρβουνα σαν καβούρι
Κάνω υπεράνθρωπες προσπάθειες να μιλήσω
Να σώσω τον εαυτό μου
Από την πυρκαγιά που μόνος μου άναψα
Λάμπω σαν το διαμάντι αλλά δεν είμαι άστρο
Τι είμαι λοιπόν αν δεν είμαι αυτό που είμαι
Ουράνιο σώμα ή γήινο, στερεό, υγρό ή αέρινο;

Τρίτη 23 Ιουνίου 2009

ΣΤΟ ΚΑΤΩ ΚΑΤΩ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ..

Στο κάτω-κάτω της γραφής

Κάποια Γυναίκα

Τη γυναίκα αυτή τη συνάντησε για πρώτη φορά στο όνειρο ενός άλλου.
Πάλεψε μαζί της μέχρι εσχάτων.
Στο γυρισμό ένα απόγευμα απ’ το πεδίο της μάχης
είδε πως είχε παλέψει μ’ ένα τέρας ψεύτικο μ’ ένα όραμα.
Πήγε σ’ ένα μεγάλο εμπειρικό φιλόσοφο για να ξορκιστεί.

Φεύγοντας από το σπίτι του μάγου συνάντησε τον εαυτό του.
Ήταν ντυμένος άψογα απαράλλαχτα όπως χτες,
με τα ρούχα της δουλειάς:
αξίνα στο δεξί του χέρι, φτυάρι στον ώμο και βιβλίο στο αριστερό – δισάκι στη μέση.
Προχωρούσε με μάτια ορθάνοιχτα
σαν υπνοβάτης προς την υποτιθέμενη υποσυνείδητη ευτυχία του μηδενός που τη γνώριζε από παιδί,
στο πρόσωπο μιας μικρής γειτόνισσας του.
Το ανάστημά του δεν ξεπερνούσε τους ψηλότερους θάμνους του κήπου του παππού της.
Από τότε του γυρεύανε διάφορες αφορμές οι εργένηδες.
Τις σημείωνε όλες σ’ ένα σημειωματάριο γιατί είχε υποσχεθεί στον εαυτό του να τους εκδικηθεί μια μέρα όταν θα δημοσιεύονταν τα γεγονότα ή τα λόγια.
Τώρα ερχόταν η σειρά του άλλου να κάνει το κομμάτι του.
Θα τ’ ανεχόταν ως ένα σημείο.
Από κει και πέρα θα πατούσε το φρένο της συνείδησής του ως το πάτο.
Δεν θα ’ταν υπεύθυνος για τα κεφάλια που θα ’πεφταν ούτε για τους πανηγυρικούς που θα ’βγαζαν πιστεύοντας κάθε λέξη οι νικητές της ημέρας.
Το σούρουπο όταν όλα θα χαμήλωναν,
οι φωνές, το φως τα στόρια και τα βλέφαρα και τα σπουργίτια,
θα έστελνε στο διάβολο ένα μπουκέτο μενεξέδες,
θα έστελνε στο διάβολο τις παρέες, τα χαρτιά και τα συμβεβηκότα της ημέρας.
Θα ήταν επιτέλους ελεύθερος από την ύπουλη κηδεμονία της ηθικής πυξίδας.
Θα έκανε ό,τι του κατέβαινε.
Όταν ξύπνησε μέσα στην πολυθρόνα του παρόντος,
του είχε κλέψει το πορτοφόλι του κάποια γυναίκα που τον είχε φιλήσει στο στόμα την ώρα που κοιμόταν.
Αργότερα στο καθρέπτη του σπιτιού του είδε τα κοκκινάδια της πάνω στα χείλη του
διαπιστώνοντας κι αυτός το αδιαφιλονίκητο του συμβάντος.
Δεν είχε φυσικά κανένα λόγο να δώσει σημασία σε υπερφυσικές ερμηνείες
όταν όλα θα μπορούσαν να εξηγηθούν μ’ ένα απλό:
πώς είπατε παρακαλώ;