Αναγνώστες

Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως, κρυμμένος σὰν ἀετός, μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος, ὁ πρῶτος μου ἑαυτός... ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παυλίνα Παμπούδη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παυλίνα Παμπούδη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2016

ΦΕΓΓΑΡΙΑ


Φεγγάρια
Κόλποι των δαιμονικών
Και ποθητά
Κτήνη από κρύο
Με το ρύγχος τα ρευστά σβολιάζοντας
Αργυροχόου ύπνου
Στρεβλώνοντας
Τα δαχτυλίδια και τα περιδέραια
Κρίματα -
Έκθαμβη,
Με τις κομμένες τις πλεξούδες,
Με καταδίδω, η αγγελική.
(Δεν υπάρχουν τα μαλλιά μου, όμως,
Συνεχίζονται
Φορτισμένα
Κι οξύς ήχος στις ρίζες
Και σπινθήρας, και λέπια και ταραχή
Των νερών.
Και τα μεγάλα φολιδωτά αισθήματα
Έρποντας
Προς τις μεγάλες στέρνες.
Κι οι μεγάλοι, βαμβακεροί
Αναστεναγμοί τους-)
(Από ΤΑ ΜΩΡΑ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ, ΑΣΠΡΑ ΚΑΙ ΤΥΦΛΑ)

Δευτέρα 11 Ιουνίου 2012

Παυλίνα Παμπούδη,

(Ταμένος είμαι ο μοναχός,

Δόκιμος ανεπίδεκτος της ηλικίας.
Υπακούω.

Συνομιλώ κυρίως με αγνώστους
Και νεκρούς.

Δεν μεγαλώνω.

Περερμηνεύομαι κι εγώ
Στον ύπνο,
Μαζί με τ’ άλλα οιονεί παρόντα.)
Η έξοδος είναι στο βάθος. Ασταθής, με κλίση αφύ-
σικη στον ουρναό.
Όλο τριγμούς, ανάσες και στριγκλιές. Μέσα στους
καπνούς. Σε λάθος σχήμα και δονούμενη. Διπλά και
τριπλά κλειδωμένη με γρίφους παιδικούς. Ανοίγοντας
μονάχα προς τα μέσα.

Άπορος στον κόσμο αυτό ο λεπτουργός. Όμως το
πνεύμα του, επιταγή. Εξαργυρώνεται, πληρώνει χρέη
παλαιά.
Και αποκτά τα πράγματα.

Ήρθε η ώρα. όλα θα ξαναρχίσουν τώρα, κι ο λε-
πτουργός, σε βαθιά κι ευφρόσυνη αμφιβολία, θα συνε-
χίσει την κρυπτογράφηση των φαινομένων.

Φέρνει κοντά του τον μεγάλο κώδικα της προσευ-
χής.
Κύριε. Που μοίρασες τις εκατό αισθήσεις, ζητώντας
πίσω την εκατοστή. Που με χωρίζεις μια στιγμή απ΄
την μοναδικότητά μου και υπάρχω. Από τ’ αμέτρητα
ονόματά σου κι απ΄το απαγορευμένο, και σε επικα-
λούμαι.
Κοινωνώ την ποσότητά σου. Κατεργάζομαι, Κύριε,
την ψυχή μου.



Κυριακή 10 Ιουνίου 2012

Παυλίνα Παμπούδη,




(Ξέρω την αμαρτία μου, η άνθρωπος.
Έτεκα ποίημα κάποτε

-Τόσο απλό, τόσο απλό το ανέφικτο-

Και δεν ηλικιώνεται για να πεθάνει

Να ενσωματωθεί ξανά στο φως.)

Τυχοδιώκτης,
Κέρδισες περιουσία
Στα χαρτιά, στα άλογα
Επιταγές αγνώστου εξαργυρώσες,
Τις λέξεις ξόδεψες όλες
Στα αβάφτιστα.

Πού πας, κυνηγημένος,
Με τα κλοπιμαία της ζωής σου;”)

Στη λάμψη της,
Έμεινε, φοβερός, ν’ αντανακλάται
Έξω απ’ το χρόνο,
Πάνοπλος.

Μέσα,
Μια δυσδιάκριτη ηχώ,
Οσμή και γεύση από συντέλεια.)



(Ημερολόγιο του διπλού χρόνου, Κεδρος 2005)



Σάββατο 9 Ιουνίου 2012

Το ψάρι ποίημα







Κάτοικος της αβύσσου
Ποίημα με βράγχια

Ψαράκι στου ψαριού το στόμα
Του πιο μεγάλου
Του θεόρατου

Στο ενυδρείο

Αιφνίδια ανεβαίνει
Πρέπει
Αναγκασμένο
Αστραπιαία

Ασημένια βολίδα

Σπάει η φούσκα του.

Για μια στιγμή
Αστράφτει ανάποδα
Πολύτιμο
Με την κοιλιά
Στο εχθρικό στοιχείο

Οι άσπρες λέξεις το τρώνε μεμιάς
Αποσυντίθεται


Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2010

ΠΡΑΣΙΝΟ

Ἔχω πράσινα μάτια καὶ τὸ δικαίωμα νὰ ὁρίσω
Καθὼς τὸ ἀγριόχορτο
Τὰ ἔργα τῶν πολιτειῶν καὶ τὴ μοναξιὰ
Τῶν μνημείων.
Τὸ δικαίωμα νὰ διαγράψω τὴν Ἱστορία
Καθὼς ὁ μικρότερος ἀδελφός,
Ποῦ κατέβηκε τὸ πηγάδι
Καὶ βγῆκε στὸν οὐρανό.
Τὸ δικαίωμα νὰ συλλαβίσω φύλλα κι ἀγκάθια
Καθὼς ἀειθαλὲς
Στοὺς πνεύμονες τῶν πάρκων
Καὶ στὴν ἀσυδοσία τῆς ρεματιᾶς.
Ἡ ἔπαρσή μου εἶναι τοῦ πράσινου
Κι ἔχω δικαίωμα,
Ἐπιβάλλοντας σιωπὴ στὴν ἔρημο,
Ν’ ἀφουγκραστῶ
Τὴ λαχτάρα μου νὰ ὑπάρξω, ποὺ διακλαδίζεται,
Βαθιά, ραγίζοντας
Τὴν πιὸ δυνατὴ λαχτάρα μου, νὰ ὑπάρξει
Ὁ κόσμος.