Αναγνώστες

Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως, κρυμμένος σὰν ἀετός, μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος, ὁ πρῶτος μου ἑαυτός... ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δέσποινα Γιαννάκου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δέσποινα Γιαννάκου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 29 Ιουλίου 2012

Μέσα στο απέραντο








Πώς να σε σωπάσω μέσα μου
τα βήματα του κόσμου θα σε βρουν
κάθε ίχνος σου
και θα αιμορραγεί στα κρυφά η μνήμη
Έχουν λόγο καλό πάντα οι εχθροί
Δικαιολογούν τις εφησυχασμένες συνειδήσεις τους
Γλεντάνε στο φόβο του άλλοθι
που τους προσφέρει η ψυχή σου
Μιλούν σε αριθμό ενικό τις προθέσεις
απαρατήρητοι
μ’ ένα ποιητικό ντελίριο… στις γωνιές των δρόμων
Κι εμείς εκτεθειμένοι στου έρωτα τη δικαίωση
μ’ ένα λυγμό από λέξεις αναμονής στο κατώφλι της καρδιάς
κι η ανάσα να τρέμει…

Πώς να σε σωπάσω
Σαν να αναιρώ ολόκληρη την ύπαρξη
και πώς να πούμε του θεού να ξαναπλάσει
με χώμα και νερό την δική μας στιγμή..

Ξεπερνάς τα όρια του μύθου
Σου φαίνεται παράξενη η αιτία
Δεν είναι σωστό είπες
κι όμως ξέρω πως καταλαβαίνεις
εσύ κι εγώ έχουμε ανάγκη τη μουσική των ανέμων…

Στην αθόρυβη άκρη της πόλης
πίσω απ την κουρτίνα του χρόνου
ραμμένο πάνω στις ώρες
μέσα στο απέραντο
χτύπαγε το φως στου ουρανού την πόρτα
να περισώσει τα όνειρα
και τότε
όλη η λευτεριά της ποίησης υποκλίθηκε στα μάτια σου….









Παρασκευή 13 Ιουλίου 2012

Εύσημα ΙΙ





Τις απάνθρωπες στιγμές
που ζητιανεύεις τον Ηλιο
και ακούγονται χειροκροτήματα..
Ρατσιστικά δευτερόλεπτα
που σκλαβώνουν τον υπόλοιπο χρόνο..
Δεν είσαι λέει ..γίνεσαι
Στο ταμείο ανεργίας
προβιβάζεις το πτυχίο σε τεχνικές εργασίες
και πασχίζεις να καλύψεις το χάος..
Υπάρχουν ακόμα λίγα φρούτα στο ψυγείο
και κάτι χάπια κομμένα στα τέσσερα
και το παιδί να σε κοιτάζει στα μάτια
-πάλι κριθαράκι θα φάμε;

Κατάχαμα συνεχίζει να παίζει με τα χρωματιστά σημαιάκια
κι όλο μπερδεύει τη σειρά..
Πανάθεμα








Κι όλο σου φεύγει








Είναι εκείνες οι ξερολιθιές που αγναντεύουν τον κάμπο
Εκείνα τα χνάρια των βρύων στις όχθες στο ποτάμι
Το γερμένο κλαδί βερικοκιάς που κλώθει στα σύμπαντα
τον πόνο
Το μελισσόχορτο π’ αχνίζει στην πυρωμένη πέτρα
κι αψηφά την πρωινή δροσοστάλα
Σαν πνοή π’ ανεβαίνει το νιώθεις
αυτό το κάτι που σου φεύγει
την απειροελάχιστη στιγμή της ματιάς
στάλα δάκρυ που εξαερώθηκε
καμπάνας ήχος
Πόθος να συγκρατήσεις ..να κρατηθείς
κι όλο σου φεύγει
σαν μοιρολόι
σαν τελειωμός
νυχτερινό πέρασμα του φεγγαριού
προσκυνητής
στην άκρη των σπιτιών
τάμα στο εικονοστάσι καρδιά ασημωτή
Κι αναριγάς και ξαποσταίνεις ..
Κι εκείνο το ξύπνημα το επόμενο πρωινό
αεράκι στο κορμί σου
π’ ακουμπά και χάνεται
Τόσο μαρτυρά το ανάποδο του χρόνου
ένα τσαφ τσακμακόπετρας άναμμα
Χαμογέλιο που εξοστρακίστηκε για την Πάνω Γειτονιά

Λαμπυρίζει ο ουρανός το άβατο των αστεριών
και μένει το χέρι υψωμένο να δείχνει
να κάπου εκεί
λίγο πιο δεξιά
να κοίτα
εκεί
και κλείνοντας τα μάτια
ακουμπάς ελπίδα για στήριγμα…