Αναγνώστες

Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως, κρυμμένος σὰν ἀετός, μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος, ὁ πρῶτος μου ἑαυτός... ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τζόυς Μανσούρ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τζόυς Μανσούρ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 12 Μαΐου 2014

Πεθαίνουν Τα Φιλιά Μας Πιο Γρήγορα Παρά Η Νύχτα

3.

Να σε προκαλούν τα στήθια μου
θέλω τη λύσσα σου
θέλω να δω τα μάτια σου να βαραίνουν
τα μάγουλά σου να ρουφιώνται να χλωμιάζουν
θέλω τ’ ανατριχιάσματά σου
ανάμεσα στα σκέλια μου θέλω ν’ αστράψεις
πάνω στο καρπερό του κορμιού σου χώμα
οι πόθοι μου χωρίς ντροπή να εισακουστούνε

Αφού σε προκαλούν τα στήθια μου θέλω τη λύσσα σου
θέλω να δω τα μάτια σου να βαραίνουν
τα μάγουλά σου να ρουφιόνται να χλομιάζουν
θέλω τα ανατριχιάσματά σου
θέλω ανάμεσα στα σκέλια μου να γενείς κομμάτια
πάνω στο καρπερό του κορμιού σου χώμα
οι πόθοι μου χωρίς ντροπή να εισακουστούνε.
Τα βίτσια των αντρών είναι η επικράτειά μου
οι πληγές τους τα γλυκίσματά μου
αγαπάω να μασώ τις χαμερπείς τους σκέψεις
γιατί η ασκήμια τους κάνει την ομορφιά μου.

Κάλεσέ με να περάσω μες στο στόμα σου τη νύχτα
διηγήσου μου των ποταμών τα νιάτα
πίεσε τη γλώσσα σου πάνω στο γυάλινό σου μάτι
δος μου τροφό την κνήμη σου.
Ύστερα ας κοιμηθούμε του αδελφού μου αδέλφι
μια και πεθαίνουν τα φιλιά μας
πιο γρήγορα παρά η νύχτα

Δεν υπάρχουν λέξεις
τρίχες μόνο
μέσα στον δίχως πρασινάδα κόσμο
όπου τα στήθια μου είναι βασιλιάδες
δεν υπάρχουν ανδραγαθίες
το πετσί μου μόνο και τα μερμήγκια
που ανάμεσα στις πληθω-
ρικές μου κνήμες γαυριάζουν
της σιωπής φορούν τις μάσκες και δουλεύουν
Έρχεται η νύχτα και η έκστασή σου
το σώμα μου βαθύ, αυτό το δίχως
νόηση χταπόδι
χάφτει το πέος σου που σειέται
πάνω στη γέννησή του

Το μυαλό μου φύρανε
απ’ το φθινόπωρο και δώθε
αιτία ο αστακός
που κάτω απ’ το κρεβάτι μου γαβγίζει.
Κάθε πρωί χαράματα
το μάτι μου είναι κλειστό
απ’ το φθινόπωρο και δώθε
αιτία ο κόρφος μου από
ξύλο ροδιάς
που σκληραίνει.
Το κρεβάτι μου είναι σταυρός
απ’ το φθινόπωρο και δώθε
αιτία το κορμί σου
που προστάζει και γελά
όσο εγώ κοιμάμαι.

Έρχονται τα πρωτοβρόχια.

Ένα χέρι φύτεψα παιδιού
ωχρό απ’ το σαράκι
στον κήπο μου με τ’ ανθισμένα δένδρα
το παράχωσα καλά στη δυσώδη άρουρα
το πόοτισα το ονομάτισα το κλάδεψα
ξέροντας πως στον τόπο αυτό
θ’ αναβλαστήσει μια παρθένα
μια κόρη αστράφτοντας από ζωή από φως
μόνο μια φορά καινούργια μέσα σε παλιατσούρες…

Χτυπά το τηλέφωνο
κι απαντά το πέος σου
βραχνιασμένου κανταδόρου η φωνή του
κάνει τις ανίες μου να βράζουν
και το σφιχτό αυγό που είναι η καρδιά μου
τηγανίζει



[αποσπάσματα από τα ΕΡΩΤΙΚΑ της Τζόυς Μανσούρ
σε μετάφραση Έκτορα Κακναβάτου, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΙΜΕΝΑ]

http://bibliotheque.gr


Παρασκευή 9 Μαΐου 2014

Πεθαίνουν Τα Φιλιά Μας Πιο Γρήγορα Παρά Η Νύχτα

2.

Μαλλιά μπερδεμένα
Αιδοία γαντζωμένα
Με το στόμα σου για προσκεφάλι
Θέλω να κοιμηθώ μαζί σου ράχη ράχη
Δίχως να μας χωρίζει ανάσα
Δίχως λέξεις να μας περισπούνε
Δίχως μάτια να μας διαψεύδουν
Δίχως ρούχα.
Θέλω να κοιμηθώ μαζί σου στήθος στήθος
Συσπασμένη και ιδρωμένη
Λαμπυρίζοντας με χίλια σύγκρυα
Απʼ την αδράνεια φαγωμένη
Της έκστασης τρελή
Πάνω στον ίσκιο σου νά ʽχω ξεμείνει
Καταχτυπημένη από τη γλώσσα σου
Για να πεθάνω ανάμεσα στα δόντια του λαγού
Τα σάπια
Ευτυχισμένη.

http://bibliotheque.gr/

[Πεθαίνουν Τα Φιλιά Μας Πιο Γρήγορα Παρά Η Νύχτα]


1.

Δεν την ξέρω την κόλαση
μ’ αφόταν γεννήθηκα το κορμί μου καίγεται
το μίσος μου κανένας διάβολος δεν συνδαυλίζει
σάτυρος κανένας δεν με κυνηγά
όμως ο λόγος μου μες στα χείλια μου αλλάζει σε σαράκι
το εφηβαίο μου στη βροχή ευαίσθητο πολύ
ακίνητο σαν μαλάκιο ξεφυσάει μουσική
στο τηλέφωνο γαντζώνεται
και κλαίει
το ψοφίμι μου τσαντίζεται άθελά μου
με το γηραλέο πέος σου το εξωσμένο
που κοιμάται.
Ονειρεύομαι τα σιωπηλά σου χέρια
που πάνω στα κύματα ουριοδρομούνε
τραχιά ιδιότροπα
τυραννικά ως δεσπόζουν στο κορμί μου επάνω
μαραίνομαι ανατριχιάζω
ο νους μου πάει στους αστακούς
ακόρεστες οι περιστρεφόμενες αντένες
ξένουν το σπέρμα των ναρκωμένων
καραβιώνε
τ’ απλώνουν ύστερα στις κορυφο-
γραμμές επάνω, στον ορίζοντα
κορυφογραμμές οκνές πασπαλισμένες
με ψαρίσια σκόνη
εκεί που όλες τις νύχτες παπαδοκορδώνονται
μπουκωμένο στόμα χέρια σκεπαστά
θαλάσσιος υπνοβάτης με φεγγάρι
αλατισμένη.
Τα χέρια σου κορφολογούσανε
μες στο ξεσκέπαστό μου στήθος
στρουφουλιάζοντας ξανθένιες μπούκλες
τρυγώντας ρόγες
κάνοντας τις φλέβες μου να τρίζουν
πήζοντας μου το αίμα
μέσα στο στόμα μου η γλώσσα σου
χόντραινε από μίσος
το χέρι σου σημάδευε με ηδονή το μάγουλό μου
πάνω στη ράχη μου τα δόντια σου
γράφανε βλαστήμιες
ανάμεσα στις κνήμες μου έσταζε
των οστών μου το μεδούλι
κι έτρεχε το αυτοκίνητο στον αλαζόνα
δρόμο
περνώντας πάτησε την οικογένειά μου
Η μέλισσα που τον καιρό της χάνει
σε ανθόν επάνω συσπασμένη
ο μαύρος άνδρας με άψητες μασχάλες
που κρύβει το κεφάλι του μέσα στα χέρια
και που μέσα στη σκιά της σκιάς βαδίζει
της σκιάς της σκιάς
το χέρι σου που σέρνεται στο σεντόνι σάμπως
λεκές από λίπος
το χέρι σου που πια δεν θέλει σηκωθεί
όλα τα χαμένα τούτα τα σπα-
ταλεημένα τα θρηνώδη
σαν τη νύστα εκείνου που την αυγή θε να
πεθάνει και το ξέρει
της καρδιάς μου το υνί μέσα στο βάλτο
το αόρατό του ανοίγει αυλάκι
πάνω στις φτέρνες της η νύχτα τρέμει
θεέ πόσο φοβάμαι.
Κάνεις γκριμάτσες και μαδιέται η
καρδιά μου
μιλώ με τη μύτη
λύνονται τα μαλλιά μου
γελάς
ανοίγεις το στόμα
αλαφρωμένο κι άδειο σαν μια λεχώνα
πηδώ στην αγκαλιά σου
μια κουστωδία χωρατά
μπροβαίνει ξάφνου
το κρεβάτι μου βουλιάζει μέσα στη νύχτα
τα φουστάνια μου πέφτουν
γελάς.
Ξέχασέ με
να ν’ ανασάνουνε τα σπλάχνα μου
της απουσίας σου το φρέσκο αγέρι
να μπορούνε να βαδίζουνε οι κνήμες μου
δίχως ν’ αναζητούν τη σκιά σου
να γίνει η όρασή μου όραμα
να ξαποστάσει η ζωή μου
ξέχασέ με θε μου να με θυμάμαι


 http://bibliotheque.gr/

Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

[Θέλω να κοιμηθώ πλάι πλάι μαζί σου…]





Θέλω να κοιμηθώ πλάι πλάι μαζί σου
μαλλιά μπερδεμένα
αιδοία γαντζωμένα
με το στόμα σου για προσκεφάλι.
Θέλω να κοιμηθώ μαζί σου ράχη ράχη
δίχως να μας χωρίζει ανάσα
δίχως λέξεις να μας περισπούνε
δίχως μάτια να μας διαψεύδουν
δίχως ρούχα.
Θέλω να κοιμηθώ μαζί σου στήθος στήθος
συσπασμένη και ιδρωμένη
λαμπυρίζοντας με χίλια σύγκρυα
απ’ την αδράνεια φαγωμένη
της έκστασης τρελή
πάνω στο ίσκιο σου να ‘χω ξεμείνει
καταχτυπημένη από τη γλώσσα σου
για να πεθάνω ανάμεσα στο δόντια σου λαγού
τα σάπια
ευτυχισμένη.

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014

[Άσε με να σ’ αγαπώ…]



Άσε με να σ’ αγαπώ
αγαπώ τη γεύση απ’ το παχύ σου αίμα
μέσα στο δίχως δόντια στόμα μου
η πυράδα του μου καίει το λαρύγγι
αγαπώ τον ιδρώτα σου
μ’ αρέσει να χαϊδεύω τις μασχάλες σου
περίρρυτες από χαρά
άσε με να σ’ αγαπώ
άσε με να γλείφω τα κλειστά σου μάτια
άσε με να τα τρυπήσω με τη
σουβλερή γλώσσα
και τη γούβα τους να γεμίσω σάλιο
άσε με να σε τυφλώσω.

Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2014

[Η σκιά σου…]



Η σκιά σου χωρίς στόμα
χωρίς πόρτα η κάμαρή σου
τα μάτια σου χωρίς βλέμμα
χωρίς έλεος χωρίς χρώμα
οι πατημασιές σου πάνε
χωρίς ν’ αφήνουνε αχνάρια
προς ένα φως από φωνές
ασίγαστες, που είναι η κόλασή μου.

Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2014

[Θέλω να κοιμηθώ πλάι πλάι μαζί σου…]




Θέλω να κοιμηθώ πλάι πλάι μαζί σου
μαλλιά μπερδεμένα
αιδοία γαντζωμένα
με το στόμα σου για προσκεφάλι.
Θέλω να κοιμηθώ μαζί σου ράχη ράχη
δίχως να μας χωρίζει ανάσα
δίχως λέξεις να μας περισπούνε
δίχως μάτια να μας διαψεύδουν
δίχως ρούχα.
Θέλω να κοιμηθώ μαζί σου στήθος στήθος
συσπασμένη και ιδρωμένη
λαμπυρίζοντας με χίλια σύγκρυα
απ’ την αδράνεια φαγωμένη
της έκστασης τρελή
πάνω στο ίσκιο σου να ‘χω ξεμείνει
καταχτυπημένη από τη γλώσσα σου
για να πεθάνω ανάμεσα στο δόντια σου λαγού
τα σάπια
ευτυχισμένη.

Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2014

[Όλα τα βράδια…]


Όλα τα βράδια σαν είμαι μόνη
την αγάπη μου σου διηγούμαι
στραγγαλίζω ένα λουλούδι
η φωτιά αργοσβήνει
χωνεμένη από θλίψη.
Μες στον καθρέφτη που η σκιά μου αποκοιμιέται
κατοικούνε πεταλούδες.
Όλα τα βράδια σαν είμαι μόνη
μελετώ το μέλλον στων ετοιμοθάνατων
τα μάτια
την ανάσα μου ανακατώνω με της
κουκουβάγια το αίμα
και με τους τρελούς μαζί η καρδιά μου
πιλαλάει κρεσέντο.

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2013

«Κραυγές, σπαράγματα, όρνια»




Αφού σε προκαλούν τα στήθια μου θέλω τη λύσσα σου
θέλω να δω τα μάτια σου να βαραίνουν
τα μάγουλά σου να ρουφιόνται να χλομιάζουν
θέλω τα ανατριχιάσματά σου
θέλω ανάμεσα στα σκέλια μου να γενείς κομμάτια
πάνω στο καρπερό του κορμιού σου χώμα
οι πόθοι μου χωρίς ντροπή να εισακουστούνε.
Τα βίτσια των αντρών είναι η επικράτειά μου
οι πληγές τους τα γλυκίσματά μου
αγαπάω να μασώ τις χαμερπείς τους σκέψεις
γιατί η ασκήμια τους κάνει την ομορφιά μου.


 

 
Ναι έχω δικαιώματα πάνω σου
Σε είδα να στραγγαλίζεις τον κόκορα
Σε είδα να ξεπλένεις τα μαλλιά σου μέσα στο βρομόνερο
των υπονόμων
Σε είδα μεθυσμένο από την μπόχα των σφαγείων
το στόμα γεμάτο κρέας
τα μάτια πλημμυρισμένα μ’ όνειρα
να βαδίζεις κάτω από το βλέμμα ανθρώπων ξεπνοϊσμένων
Μ’ αρέσει να παίζω με τα μικροπράγματα
Τ’ αγέννητα πράγματα ρόδινα στα μάτια μου της τρέλας
ξύνω, σουβλίζω, σκοτώνω, γελώ.
Νεκρά τα πράγματα δεν σαλεύουν πια
κι’ εγώ νοσταλγώ τον πυρετό μου της τρέλας
λυπάμαι τα εκφυλισμένα γονικά μου
θα ’θελα ν ’αφανίσω των ονείρων μου το αίμα
καταργώντας έτσι τη μητρότητα.



[, «Κραυγές, σπαράγματα, όρνια», εκδόσεις  Άγρα]