Αναγνώστες

Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως, κρυμμένος σὰν ἀετός, μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος, ὁ πρῶτος μου ἑαυτός... ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2010

Ὁ σκίουρος καὶ πάλι..

Κοίτα τὸ πῶς πηδάει πάνω ἀπ’ τὰ ξερόκλαδα
τῆς καρδιᾶς μου!
Ἡ βροχὴ ξεφαντώνει στὴν οὐρά του,
ἀλλ’ αὐτὸς σταθερὸς
ξεδιαλέγει φύλλα ξερά,
ψάχνει γιὰ τὸ θεῖο καρύδι.
Τὸ φθινόπωρο ἐκθέτει σχέδια
ποὺ ταιριάζουν σὲ γυναῖκες «ὥριμες»,
μύθοι μιᾶς ἐκθαμβωτικῆς τελευταίας λάμψης
ἀναδύονται ἀπ’ τὰ γκρίζα
κι αἰχμαλωτίζουν.
Κι ὅπως ἄνοιξη
ἀβέβαιη κυκλοφορεῖ στὰ φυλλοβόλα,
ἔτσι καὶ στὸν κορμό της,
στὴ σπασμένη φλύδα της,
χαράζεται μιὰ αἰθρία
ποὺ μόνο τὰ πουλιά της
θὰ χαροῦν.
Ρωτάει τὸ σκίουρο ἡ γυναίκα
–μόνο ποὺ αὐτὸν τὸν σώζει ἡ εὐφάνταστη οὐρά του
καὶ δὲ λογαριάζει πὼς ὅ,τι καὶ νὰ κάνει,
ὅσον οὐρανὸ κι ἂν μεταλάβει,
τρωκτικὸ πάντα θὰ ’ναι
τοῦ ποντικοῦ ἀδέλφι–
ρωτάει λοιπὸν
ἂν ὑπάρχει ποίηση πέρ’ ἀπ’ τὸ σῶμα.
Ἡ Γιαννοῦσα δὲν τὸ ’χε φανταστεῖ ποτὲ αὐτὸ
ὅτι θὰ ’ταν χωρὶς σῶμα
ἢ καὶ χωρὶς ποίηση.

Δεν υπάρχουν σχόλια: