Αναγνώστες

Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως, κρυμμένος σὰν ἀετός, μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος, ὁ πρῶτος μου ἑαυτός... ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2011

Η ποίηση





Κι ήταν σ αυτήν την ηλικία
Όταν ήρθε να με βρει η ποίηση.
Δεν ξέρω, δεν ξέρω από που ξεπρόβαλλε
απ τον χειμώνα η απ το ποτάμι.
Δεν γνωρίζω ούτε πως, μήτε, πότε
Όχι, δεν ήσαν φωνές, δεν ήσαν λέξεις,
Ούτε η σιωπή
Μα με καλούσε από κάποιο δρόμο
Απ' τα κλαδιά της νύχτας.

Ξάφνου ανάμεσα στους άλλους
ανάμεσα σε βίαιες φωτιές
η επιστρέφοντας μονάχος,
στέκονταν εκεί
δίχως πρόσωπο,
με άγγιζε.

Δεν ήξερα τι να πω
Δεν ήξερε το στόμα μου να ονομάσει
Τυφλοί ήσαν οι οφθαλμοί μου
και κάτι μπήγονταν στην ψυχή μου
Πυρετός ή χαμένες πτερούγες,
και σχηματίστηκα μονάχος
αποκρυπτογραφώντας αυτήν την πληγή
κι έγραψα την πρώτη συγκεχυμένη γραμμή
Αόριστη, ασώματη, καθαρή
Ανοησία
Γνώση
Εκείνου που τίποτα δεν ξέρει
Κι είδα ξάφνου
τον ουρανό εκκοκισμένο κι ανοιχτό
πλανήτες,
παλλόμενες φυτείες
διάτρητη σκιά
κοσκινισμένη
από βέλη, από φωτιά και λουλούδια
η νύχτα που κυλάει και συντρίβει το σύμπαν

Και γω η έσχατη ύπαρξη
Μεθυσμένος απ τ απέραντο
έναστρο κενό
κατ' εικόνα κι ομοίωση
του μυστηρίου
ένιωσα καθάριο κομμάτι
της αβύσσου.
Κυλούσα μαζί με τ άστρα,
διαλύθηκε η καρδιά μου μέσα στον άνεμο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: