Αναγνώστες

Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως, κρυμμένος σὰν ἀετός, μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος, ὁ πρῶτος μου ἑαυτός... ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011

Απ' το ρετσίνι σουρωμένος...

Απ' το ρετσίνι σουρωμένος κι από τ' ατέλειωτα φιλιά,
είμαι - κατακαλόκαιρο - και κουμαντέρνω
τη βαρκούλα των ρόδων
και τήνε πάω εκεί όπου το γάρμπος χάνεται της μέρας,
και στη φερέγγυα παραφορά των νερών την ασφαλίζω.

Πελιδνός και δεσμώτης στα λαίμαργα κύματά μου
σκίζω πέρα δώθε τα μπρούσκα χνώτα
του αναπεπταμένου στερεώματος,
φορώντας ακόμα τη φόρμα μου, ντυμένος πικρούς αντίλαλους,
κι έχοντας το κεφάλι τυλιγμένο με κάτι κουρέλια της αφρής.

Πάω, στα πάθη μου μέσα στητός,
καβάλα στη ράχη του μονάκριβου μου κύματος,
φεγγαρίσιος, ηλιοτραφής, πυρίκαυστος και μπουζιασμένος εγώ,
κι αποκοιμιέμαι τον νήδυμο
στο φαράγγι με τα φιλντισένια νησιά
των μακάρων, που είναι γλυκά σα φρέσκα πρωινά καπούλια.

Στη νύχτα μέσα την υγρή
τρεμουλιάζει το ρούχο μου ραμμένο με τα ρίγη
των φιλιών και φορτισμένο ξέφρενα με ηλεκτρικές εκκενώσεις,
με ηρωικά δε εξάμετρα διαμερισμένο σε ενύπνια
και σε μεθυστικά τριαντάφυλλα που ανοίγουν μέσα μου.

Όρτσα στα νερά,
όπου με χτυπούνε κύματα θεόψηλα, πλευρικά,
κι εγώ βαστώ
το παράλληλο σώμα σου στα στιβαρά μου μπράτσα
σαν ψαράκι που όλο το πιάνω και το ξαναπιάνω
στην απόχη της ψυχής μου
(τη μια γοργό την άλλη αργό)
σε τούτον κάτω εδώ τον υποσέληνο κόσμο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: