Πάντοτε προσέβλεπα σε μια φόρμα πιο ανοιχτή
ελεύθερη από τα δεσμά της ποίησης ή της πεζογραφίας
που θα μας άφηνε να κατανοούμε ο ένας τον άλλο χωρίς
να εκθέτει
τον συγγραφέα ή τον αναγνώστη σε υπέρτατες αγωνίες.
Στην ίδια την ουσία της ποίησης υπάρχει κάτι το απρεπές:
φανερώνονται πράγματα που δεν ξέραμε ότι κρύβαμε
μέσα μας
γι’ αυτό ανοιγοκλείνουν τα βλέφαρα, σαν να είχε
ξεπηδήσει ένας τίγρης
και στεκόταν μπροστά μας στο φως, τινάζοντας την
ουρά του.
Σωστά λένε λοιπόν πως η ποίηση υπαγορεύεται από
ένα δαιμόνιο,
αν και θά ’ταν υπερβολή να το χαρακτηρίσει κανείς
αγγελικό.
Είναι δύσκολο να μαντέψεις πού οφείλεται η υπεροψία
των ποιητών,
όταν τόσο συχνά ντροπιάζονται με την αποκάλυψη
της αδυναμίας τους.
Ποιός άνθρωπος λογικός θα ήθελε να είναι ένας τόπος
δαιμόνων,
που ζούνε εντός του ανέμελα, μιλούνε διάφορες γλώσσες,
του κλέβουν τα χείλια ή το χέρι και δεν χορταίνουν
αλλά ζητούν και τη μοίρα του να αλλάξουνε για το
δικό τους κέφι;
Είναι αλήθεια πως ό,τι το νοσηρό περνιέται τώρα
για σπουδαίο,
κι ίσως νομίζετε πως εγώ απλώς αστειεύομαι
ή πως επινόησα ένα ακόμα τρόπο
για να εξυμνήσω την Τέχνη με τη συνδρομή
της ειρωνείας.
Υπήρχε κάποτε εποχή που μόνο τα σοφά διαβάζονταν
βιβλία,
βοηθώντας μας να αντέξουμε τον πόνο και τη δυστυχία.
Όμως αυτό δεν είναι, φυσικά, το ίδιο
με το ξεφύλλισμαχιλιάδων έργων που μόλις βγήκαν
από τα ψυχιατρεία.
Κι όμως ο κόσμος δεν είναι έτσι όπως φαίνεται
κι εμείς δεν είμαστε όπως νομίζουμε στο
παραλήρημά μας.
Οι άνθρωποι κρατούν σιωπηλά την ακεραιότητά τους
έτσι κερδίζοντας το σεβασμό των συγγενών και των
γειτόνων.
Ο σκοπός της ποίησης είναι να μας θυμίζει
πόσο δύσκολο είναι να παραμείνει κανείς ο εαυτός του,
γιατί το σπίτι μας είναι ανοιχτό, δεν υπάρχουν κλειδιά
στις πόρτες,
και επισκέπτες αόρατοι μπαίνουν και βγαίνουν ελεύθερα.
Αυτά που λέω εδώ δεν είναι ποίηση, συμφωνώ,
γιατί τα ποιήματα πρέπει να γράφονται σπάνια και
δίχως ευκολία,
κάτω από αφόρητη πίεση και μόνο με την ελπίδα
ότι πνεύματα αγαθά, όχι κακά, μας διάλεξαν για
όργανό τους.
Μπέρκλεϋ, 1968
Μετάφραση: Αντώνης Μακρυδημήτρης.
Από το βιβλίο: Τσέσλαφ Μίλος, «Ποιήματα», Εισαγωγή – μετάφραση Αντώνης Μακρυδημήτρης, Εκδόσεις Γαβριηλίδης, Αθήνα 2005, σελ. 53-57.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου