Θόλωσαν οι λίμνες των ματιών σου
Σαν έσπασε το κρύσταλλο
Που μέσα του έκλεινες το βραδινό σου άρωμα
Το βλέμμα σου τώρα αδειανό κέλυφος αχιβάδας
Συλλαβίζει και συντάσσει
Του πελάγου την κυματιστή αλφαβήτα
Χάνεσαι φεύγεις σκορπάς σε ριπές
Πυρακτωμένος γίνεσαι βραχίωνας αγαλματιδίου
Σε κήπο εαρινό
Στη λάμψη του Μάρτη
Σκιερός κονιορτός πάθη να με φορτίζει κι αμαρτίες πολλές
Χωρίς αγκάλης μέθη μόνη να με ακουμπάς στα σκληρά ύφαλα πάνω!
Τα βράδια πενθείς ολομόναχος
Τις ιδρωμένες κηλίδες των λυγμών
Που στο πάτωμα σχημάτισαν
Μια καρδιά πορφυρή και μειδιούσα
Να πάλλει σταθερά σαν εντόμου κορμός
Μια καρδιά ερωτική
Να σε παρηγορεί
Και να σε μέμφει
Για τις ώρες που σου έκλεψαν
Οι αποστολείς των μαραμένων χειμωνανθών
Χωρίς τις πτυχώσεις του έρωτα δουλεμένες στου μίσχου το αυλάκι!
Τους κρωγμούς αναλύεις ολημερίς των πτηνών
Σχηματίζοντας στίχους απατηλούς
Στου κρυφού σου μαντείου τη πόρτα
Τους ξεχνάς δεν τους γράφεις
Ξεγελιέσαι κι απ' τον κόσμο απέχεις
Αναδεύεις το χώμα να βρεις τον θαμμένο τον σπόρο
Τον σπόρο εκείνον που από εισβολείς
Πανούργους προστάτεψες κάποτε δίνοντας εαυτό
-Όμοιο παιδί που του κλέβουν την σφεντόνα-
Χάνεσαι φεύγεις σκορπάς σε ριπές
Τις απειλές και τις πράξεις σου ιστορείς στο κενό σαστισμένος!
Θόλωσαν οι λίμνες των ματιών σου
Σαν έσπασε το κρύσταλλο
Που μέσα του έμπηγες το πρώτο της Άνοιξης ρόδο
Τώρα εφορμάς στους αιθέρες
Ψυχή να βρεις το άγνωστο να σου εξηγήσει όραμα
Καμμένα τα πέλματα τα χέρια σου κρύα
Εσύ που στα ύδατα φύτεψες κρίνους άλικους
Τώρα βρίζεις φωνάζεις και καις
Λύνεσαι σε κομμάτια δεν λυγάς
Απαρχή σου το μένος και οι σκληρές ρηγματώσεις
Χάνεσαι φεύγεις σκορπάς σε ριπές
Ποιο το όφελος να εκτροχιάσεις το τρένο
Που παραβίασε την οριογραμμή σου;
Όλα τα πλάτη δικά σου εντός
Μια λάθος στιγμή τη ζωή σου λαβώνει σαν λίγκας
Μες σε νέφη πυκνά την διαύγεια αποζητάς του φωτός
Κι επιμένεις ακόμα πορεία να βρεις μες στον χάρτη χωρίς αιματώσεις!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου