Αναγνώστες

Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως, κρυμμένος σὰν ἀετός, μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος, ὁ πρῶτος μου ἑαυτός... ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

Σάββατο 14 Ιουνίου 2014

Αποσπάσματα από τα ”Σπαράγματα” (1955)





Είμαι η νύχτα
αυτή η νύχτα η παγωμένη από του φεγγαριού την ηλίθια
ψύχρα
Είμαι το χρήμα
το χρήμα που γεννά το χρήμα χωρίς να ξέρει το γιατί
Είμαι ο άνθρωπος
ο άνθρωπος που πιέζει τη σκανδάλη και σκοτώνει τη συγκίνηση
για να ζήσει καλύτερα.

**

Τρεις χοντρογυναίκες κ’ ένας άντρας
Το σπίτι τους είναι μια ποντικοπαγίδα
παράθυρα κλειστά για να συντηρηθούν καλύτερα οι σάρκες τους
τρώνε έμβρυα σε χοντρά λουκάνικα
ηδονικά γυμνοί κάτω από το δέρμα τους από κουρέλια
τσαλαβουτάνε μέσα σε μπάνια γάλακτος
με αγκομαχητά παραμονεύοντας την αρρώστια που τραγανίζει
Γηρατειά τι μαγεία

**

Τα 8 σχεδιάζονται
γύρω απ’τα βυζιά μου
τ’αυγά σπάνε
όταν καθίζω
τ’άσπρο μπαμπάκι μούσκεμα στο αίμα
που είναι το μυστικό μου
ανθίζει και κλαίει
ανθίζει και πεθαίνει
ενώ οι ίσκιοι κιτρινίζουν κάτω απ’τα δέντρα
και τα χρόνια πνίγονται μέσα στη νύχτα

**

Πόδια γυμνά ως τον λαιμό
πρόσωπο πιτσιλισμένο με αίμα
Το αίμα σου νωπό ακόμη
νέγρε
Απ΄τα μαλλιά σου κρέμεται
το μικρό γατί που αιωρείται
Όρθιος στο ηφαίστειό μου επάνω
εσύ η αλήθεια μου

**

Θέλω να φύγω δίχως αποσκευές για τα ουράνια
Η αηδία μου με πνίγει γιατί η γλώσσα μου είναι καθαρή
Θέλω να φύγω μακριά απ’τις γυναίκες με τα λιγδωμένα χέρια
που χαϊδεύουν τα γυμνά βυζιά μου
και που φτύνουνε το ούρο τους
μέσα στη σούπα μου
Θέλω να φύγω αθόρυβα μέσα στη νύχτα
Πάω να ξεχειμωνιάσω μέσα στις ομίχλες της λήθης
Κόμμωσή μου ένας αρουραίος
χαστουκισμένη απ’τον αγέρα
προσπαθώντας να πιστέψω τις ψευτιές του εραστή μου

**

Χτυπά το τηλέφωνο
κι απαντά το πέος σου
βραχνιασμένου κανταδόρου η φωνή του
κάνει τις ανίες μου να φρίσσουν
και το σφιχτό αυγό που είναι η καρδιά μου
τηγανίζει

**

Πέταξες τα μάτια μου στη θάλασσα
ξερίζωσες από τα χέρια μου τα όνειρά μου
ξέσκισες τον μελανιασμένον αφαλό μου
και μες στα πράσινα των μαλλιών μου φύκια π’ανεμίζουν
το έμβρυο έχεις πνίξει

**

Θέλω να κοιμηθώ πλάι πλάι μαζί σου
μαλλιά μπερδεμένα
αιδοία γαντζωμένα
με το στόμα σου για προσκεφάλι
Θέλω να κοιμηθώ μαζί σου ράχη ράχη
δίχως να μας χωρίζει ανάσα
δίχως λέξεις να μας περισπούνε
δίχως μάτια να μας διαψεύδουν δίχως ρούχα
Θέλω να κοιμηθώ μαζί σου στήθος στήθος
συσπασμένη και ιδρωμένη
λαμπυρίζοντας με χίλια σύγκρυα
απ’την τρελή της έκστασης αδράνεια φαγωμένη
πάνω στον ίσκιο σου διαμελισμένη
σφυροκοπημένη από τη γλώσσα σου
για να πεθάνω ανάμεσα στα δόντια σου λαγού
τα σάπια
ευτυχισμένη

**

Ένα ποντίκι
τίποτα πάρεξ ένα ποντίκι
λιγότερο από τίποτα
ακριβώς ένα ποντίκι
έσπρωχνε μπροστά του ένα πέος
τίποτα πάρεξ ένα πέος
λιγότερο από ποντίκι
ακριβώς το πέος ενός μιγάδα
λιγότερο από άσπρου
στην καρδιά μαύρου
λιγότερο από ανθρώπου
περισσότερο από ποντίκι
τίποτα πάρεξ ένα τίποτα.
Θεέ μου έλεος
για το ποντίκι.

**

Θυμάμαι της μάνας μου τη μήτρα
ήταν απαλή τριανταφυλλένια
και τα τοιχώματά της νιώθανε το φόβο
Πάλεψα όρθια
δόντια μιρκά σφιγμένα
με τη γάτα με τις ραβδωτές ουρές
και τον εχθρό της τον πατέρα μου
Το παιδί μου γεννήθηκε μες στην κοιλιά της μάνας μου
τα γαλανά του μάτια ανταβακλούνε τ’όνομά μου
μες στην αδιάφανη βλακεία τους
και μοιάζει με μικρά ποντίκια
που στοιχειώνουνε του πλάγιους δρόμους
και χώνουνε τις ραβδωτές ουρές τους
μες στις άδειες τσέπες των παλτών τους

*Από την γνωστή έκδοση της Άγρας, απόδοση Έκτωρα Κακναβάτου και το ιστολόγιο

http://surrealism9.blogspot.com.au/2009/12/joyce-mansour_15.html
http://tokoskino.wordpress.com/




Δεν υπάρχουν σχόλια: