Αναγνώστες

Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως, κρυμμένος σὰν ἀετός, μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος, ὁ πρῶτος μου ἑαυτός... ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

Δευτέρα 5 Ιανουαρίου 2015

Έφη Κατσουρού, «Εκτός εποχής»



Μιμίκου και Μαίρης

Στο πάρκο βρήκα μόνο θαμμένη έκσταση
καπνό που μύριζε λιβάνι.
Τη σκόνη των εραστών να αιωρείται
ανάμεσα σε κλαδιά
που γυρτά πενθούν
για εκείνους που χάθηκαν.
Κλαίουσες οι ελιές.
Εκείνος δεν ανέπνευσε έρωτα, δεν τα κατάφερε,
κάθισε απ’ έξω στα σκαλιά και κάπνισε.
Γύρισα μόνη πριν ξημερώσει.
Τέτοια ώρα σβήνουν οι οπτασίες.
Οι ορτανσίες.
Χωρίς ευρήματα - Χωρίς αιωνιότητα.
Δεν του δανείστηκα βροχή.
Δε μπόρεσα να του χαρίσω ήλιο.

Επέστρεψα χθες χωρίς στεφάνια,
με μία φίλη,
φυτέψαμε παιχνίδια για τα παιδιά που δε γέννησαν
ακουμπήσαμε έναν Μίτο για όσους απέμειναν
κι όσους γεννιούνται έρωτες,
δίπλωσα τα λόγια και τώρα ταξιδεύω.-

[ Από την Ενότητα «Άνοιξη» ]



`
***********

Βουλιάζω μέσα σε κόκκους από αλεσμένα όνειρα.
Πως μπορείς και ξεχνάς τα όνειρα;

Νύχτωσε τώρα δεν ξεχωρίζουν τα χρώματα
Μ’ ένα μαντήλι μού δέσατε τα μάτια
σ’ ένα παιχνίδι τυφλόμυγας ερήμην.
Να ‘ταν τουλάχιστον κίτρινο το φεγγάρι
-πόσες επάργυρες νύχτες ακόμη
πόσα χάλκινα πρωινά;-
Αν μ’ αγαπάς χάρισε μου ότι απέμεινε χρυσό
αφαίρεσέ το μόνο από τα τριαντάφυλλα
αυτό το παγωμένο κίτρινο.

Άφησα τα νύχια μου να μακρύνουν
και πάνε μέρες που σκάβω την πόλη
με ξένες φωνές να κρατάνε το ίσο.
Μια αναζήτηση μετάλλων ευγενών κι αισθήσεων
επιστρέφει προσμίξεις αγενείς.

Τα χέρια σου η χρυσή καδένα.
Αν θεωρείς πως κρατάω πολύτιμους λίθους στους χαρίζω
σ’ ένα παιχνίδι κρυμμένου θησαυρού.-

[ Aπό την Ενότητα «Καλοκαίρι» ]

`
***********

Αν επιστρέψω θα είμαι άγγελος
έκπτωτος στα χέρια σου.
Ήμουν ρίζα κι έγινα κλαδί,
φύλλο, φτερό
ενός γλάρου που ακολουθεί τα πλοία
κυνηγώντας τ’ αστέρια.
Κι ας φοβάμαι τη βοή που σβήνει,
φώναζα για να την καλύψω.

“Σταματήστε τα πλοία,
έρχονται και φεύγουν σαν Ερινύες.
Γοργόνες μοιρολογίστρες,
τραγουδήστε εύθυμα τραγούδια.
Κάντε τα λόγια μου ξόρκια.
Νηρηίδες κλέψτε τις προπέλες
στολιστείτε.
Καπετάνιε θυμήσου.
Κι εσείς που στέκεστε δίπλα μου
Ουρλιάχτε
-και πάνω από όλα μην πείτε αντίο-
να λιώσουν τα σίδερα.
Σώπασε πλανόδιε αυλητή.
Καπετάνιε θυμήσου.'

Κι όμως απέμεινε πάλι μόνο το σύννεφο,
τόσος σπαραγμός για ένα αντίο
που ούτε καν αναβλήθηκε.

Είμαι το δέντρο που μετανάστευσε,
θα έχω στεγνώσει πριν αλλάξω πατρίδα
γιατί έτσι συμβαίνει.
Δε θα ξανακλάψω για σένα, ακούς;

Τις εικόνες μου θα προβάλλω
σε οστά ελεφάντινα
να γίνω μαζί τους κοσμοπολίτικη βεντάλια,
δίπλα σε τρένα αστικά
να καλύπτω τα πρόσωπα εκείνων
που γέρασαν σε μία νύχτα.


[ Από την Ενότητα «Φθινόπωρο» ]


Η Έφη Κατσουρού γεννήθηκε, μεγάλωσε και ζει μέχρι σήμερα στην Πλάκα. Σπούδασε αρχιτεκτονική στο ΕΜΠ και σήμερα εργάζεται ως αρχιτέκτονας στην Αθήνα, επιθυμώντας να την κάνει μία πιο όμορφη πόλη. Με την συγγραφή ασχολείται από μικρή ηλικία. Γράφει ποίηση και διηγήματα και αυτό το βιβλίο αποτελεί την πρώτη ποιητική της συλλογή.

http://www.poiein.gr/archives/28832/index.html

Δεν υπάρχουν σχόλια: