Αναγνώστες
Πληροφορίες
Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως,
κρυμμένος σὰν ἀετός,
μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος,
ὁ πρῶτος μου ἑαυτός...
ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ
Τετάρτη 1 Ιουνίου 2016
Arthur Rimbaud, από τις “Φωτοχυσίες”
ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ
ΙΙΙ
Στο δάσος, υπάρχει ένα πουλί, το τραγούδι του σας σταματάει και σας κάνει να κοκκινίζετε.
Υπάρχει ένα ρολόι που δεν κτυπά.
Υπάρχει ένα έλος με μια φωλιά ζώων λευκών.
Υπάρχει ένας καθεδρικός ναός που κατεβαίνει και μια λίμνη που ανεβαίνει.
Υπάρχει ένα μικρό αμάξι παρατημένο μέσα στη λόχμη, ή που κατεβαίνει το μονοπάτι τρέχοντας με κορδέλες σκεπασμένο.
Υπάρχει ένα μπουλούκι μικρών ηθοποιών με κουστούμια, που διακρίνονται πάνω στο δρόμο μέσα από τις παρυφές του δάσους.
Υπάρχει τέλος πάντων, όταν πεινάμε και διψάμε, κάποιος που σας κυνηγά.
IV
Είμαι ο άγιος, σε προσευχή πάνω στην ταράτσα,- όπως τα ζώα τα ειρηνικά βόσκουν στη θάλασσα της Παλαιστίνης.
Είμαι ο επιστήμων στην πολυθρόνα τη σκοτεινή. Τα κλαδιά και η βροχή σπρώχνονται στα παράθυρα της βιβλιοθήκης.
Είμαι ο πεζοπόρος του μεγάλου δρόμου από τα χαμηλά δάση. Ο θόρυβος από τους υδατοφράκτες σκεπάζει τις πατημασιές μου. Βλέπω για πολλή ώρα τη μελαγχολική χρυσή μπουγάδα της δύσης.
Θα ήμουν για τα καλά το παιδί το παρατημένο πάνω στην προκυμαία τη φευγάτη για τη μεγάλη θάλασσα, ο μικρός υπηρέτης που ακολουθεί την δεντροστοιχία και που το μέτωπό του ακουμπά τον ουρανό.
Τα μονοπάτια είναι σκληρά. Τα βουναλάκια σκεπάζονται με σπαρτά. Ο αέρας είναι ακίνητος. Πόσο τα πουλιά και οι πηγές είναι μακριά. Ίσως είναι το τέλος του κόσμου, που ξεκινάει.
***
ΒΕΙΝG BEAUTEOUS
Μπροστά σε μια νιφάδα χιονιού μια Ύπαρξη της Ομορφιάς υψηλού αναστήματος. Σφυρίγματα θανάτου και κύκλοι υποχθόνιας μουσικής
ανεβάζουν φαρδαίνουν και τρεμουλιάζουν σαν ένα φάντασμα αυτό το λατρεμένο κορμί, κατακόκκινα και μαύρα τραύματα λάμπουν μέσα σε περήφανες σάρκες. Tα χρώματα τα καθαρά της ζωής σκουραίνουν, χορεύουν και ελευθερώνονται γύρω από το Όραμα πάνω στην αποθήκη. Και οι φρίκες σηκώνονται και βροντούν, και η τρελή νοστιμάδα αυτών των εντυπώσεων φορτώνεται με τα θανατηφόρα σφυρίγματα και με τις βραχνές μουσικές που ο κόσμος, μακριά πίσω από εμάς εκτοξεύει πάνω στη μητέρα μας της
Ομορφιάς,- αυτή υποχωρεί, ανασηκώνεται. Ω τα κόκαλά μας έχουν ξαναντυθεί μ’ ένα καινούργιο ερωτιάρικο κορμί.
* **
Ω το σταχτί πρόσωπο, το παράσημο της αλογότριχας, τα κρυστάλλινα μπράτσα! Το κανόνι που πάνω του πρέπει να ριχτώ μέσα από το ανακάτεμα των δέντρων και του λεπτού αέρα.
***
ΖΩΕΣ
Μέσα σ’ ένα αχυρώνα που κλείστηκα στα δώδεκα μου χρόνια γνώρισα τον κόσμο, εικονογράφησα την ανθρώπινη κωμωδία. Μέσα σ’ ένα κελάρι έμαθα την ιστορία. Σε κάποια νυχτερινή γιορτή σε μια πόλη του Βορά συνάντησα όλες τις γυναίκες των αρχαίων ζωγράφων. Μέσα σ’ ένα γέρικο πέρασμα στο Παρίσι μου δίδαξαν τις κλασσικές επιστήμες. Μέσα σε μια μεγαλοπρεπή κατοικία πολιορκημένη απ’ ολόκληρη την Ανατολή αποτέλειωσα το απέραντο έργο μου και διάβηκα την λαμπρή μου μοναξιά. Ανακάτεψα το αίμα μου. Το καθήκον μου μού έχει ανατεθεί. Είμαι στ’ αλήθεια πέρα, από τον τάφο κι όχι παραγγελίες.
***
ΦΡΑΣΕΙΣ
Όταν ο κόσμος θα μικρύνει και θα γίνει μονάχα ένα δάσος μαύρο για τα τέσσερα κατάπληκτα μάτια μας,- σε μια αμμουδιά για δυο παιδιά πιστά,- σε ένα σπίτι μουσικό για την λαμπρή μας συμπάθεια,- εγώ θα σας συναντήσω.
…
*
Όταν είμαστε πολύ δυνατοί,- ποιος υποχωρεί ; πολύ χαρούμενοι,- ποιος γελοιοποιείται ; Όταν είμαστε πολύ κακοί,- τι θα κάνουν μαζί μας.
Στολιστείτε, χορέψτε, γελάστε.- Δε θα μπορέσω ποτέ να στείλω τον έρωτα απ’ το παράθυρο.
*
Τέντωσα χορδές από καμπαναριό σε καμπαναριό, γιρλάντες από παράθυρο σε παράθυρο, χρυσές αλυσίδες από αστέρι σε αστέρι, και
χορεύω.
*
Η λιμνούλα ψηλά συνέχεια αχνίζει. Ποια μάγισσα θα σηκωθεί πάνω στο λευκό ηλιοβασίλεμα ; Ποιά βιολετιά φυλλώματα θα κατέβουν ;
*
Την ώρα που τα δημόσια έσοδα κυλούν στις γιορτές της αδελφοσύνης, χτυπά μια καμπάνα φωτιάς ρόδινη μέσα στα σύννεφα.
*
Ζωογονώντας μια χαριτωμένη γεύση Σινικής μελάνης, μια πούδρα μαύρη βρέχει γλυκά πάνω στην αγρύπνια μου.- Λιγοστεύω τα φώτα του πολυελαίου, πέφτω στο κρεβάτι, και γυρισμένος προς τη μεριά της σκιάς, σας συναντώ κορίτσια μου! βασίλισσες μου!
***
ΓΙΟΡΤΗ ΤΟΥ ΧΕΙΜΩΝΑ
Ο χείμαρρος κουδουνίζει πίσω από τα καλύβια της κωμικής όπερας. Τα πολύφωτα προεκτείνονται , μέσα στα περιβόλια και στις δεντροστοιχίες τις γειτόνισσες του Μαιάνδρου, – τα πράσινα και τα κόκκινα της δύσης. Νύμφες του Ορατίου με χτένισμα αυτοκρατορικό,- Κυκλικοί χοροί της Σιβηρίας, Κινέζες της Μπουχάρας.
***
ΞΕΠΟΥΛΗΜΑ
Για πούλημα αυτό που οι Εβραίοι δεν έχουν πουλήσει, αυτό που ούτε η αρετή ούτε το έγκλημα το έχουν δοκιμάσει, αυτό που το αγνοούν ο καταραμένος έρωτας και η σατανική αγαθότητα των μαζών, αυτό που ούτε ο χρόνος ούτε η επιστήμη το έχουν αναγνωρίσει.
Οι φωνές που ξαναϊδρύονται, η αδελφική έγερση όλων των ενεργειών χορικών και ορχηστρικών και οι ακαριαίες τους εφαρμογές, η ευκαιρία, μοναδική, να ελευθερώσουμε τις αισθήσεις μας!
Για πούλημα τα κορμιά χωρίς τιμή, απ’ όλες τι ράτσες, απ’ όλο τον κόσμο, από κάθε φύλο, από κάθε καταγωγή! Τα πλούτη αναβλύζουν σε κάθε βάδισμα! Ξεπούλημα των διαμαντιών χωρίς εξέταση!
Για πούλημα η αναρχία για τις μάζες, η ακατάβλητη ευχαρίστηση για τους ανώτερους ερασιτέχνες, ο αποτρόπαιος θάνατος για τους πιστούς και για τους εραστές!
Για πούλημα οι κατοικίες και οι μεταναστεύσεις, σπορ, μαγείες και άριστες ανέσεις, και ο θόρυβος, η κίνηση και το μέλλον που φτιάχνουν!
Για πούλημα οι εφαρμογές των υπολογισμών και τα πρωτοφανή άλματα της αρμονίας. Τα ευρήματα και οι φιλύποπτες εκφράσεις, άμεση παράδοση.
Εξόρμηση παράλογη κι απέραντη στις αφανείς λαμπρότητες, στις ανεπαίσθητες τέρψεις,- και τα παλαβά της μυστικά για κάθε βίτσιο-
και η τρομαχτική της ευθυμία για το πλήθος.
Για πούλημα τα Κορμιά, οι φωνές, ο απέραντος ασυζήτητος πλούτος, αυτό που ποτέ δε θα πουλήσουμε. Οι πωλητές δεν έχουν τελειώσει ακόμα το ξεπούλημα! Οι ταξιδιώτες δε χρειάζεται να δώσουν την παραγγελία τους τόσο νωρίς .
***
FAIRY
Για την Ελένη έκαναν συνωμοσία οι χυμοί που καλλωπίζουν τα φυτά μέσα στις αγνές σκιές και οι ατάραχες διαύγειες μέσα στην αστρική σιγή. Η ζωντάνια του καλοκαιριού έδωσε εμπιστοσύνη στα μουγκά πουλιά και η απαιτούμενη τεμπελιά σε μια βάρκα του πένθους χωρίς αξία από τους όρμους των νεκρών ερώτων και των αρωμάτων που ξεθύμαναν.
-Μετά η στιγμή της ξεκούρασης των ξυλοκόπων γυναικών μες στη βοή του καταρράχτη, κάτω απ’ το γκρέμισμα του δάσους, η κωδωνοκρουσία των ζώων μέσα στην ηχώ των κοιλάδων, και κραυγές από τις στέπες .-
Για την παιδική ηλικία της Ελένης ανατρίχιασαν τα άβατα των δασών και οι σκιές,- και των φτωχών το στήθος, κι οι θρύλοι του ουρανού.
Και τα μάτια της κι ο χορός της ανώτερα ακόμη μέσα στα πολύτιμα θραύσματα, στις ψυχρές επιρροές, στη χαρά της διακόσμησης και της μοναδικής ώρας.
*Μετάφραση: Κώστας Ριτσώνης. Από το http://www.poiein.gr
https://tokoskino.me/2016/06/01/arthur-rimbaud-
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου