Κάποτε, κάποιοι θα το πουν πως ήταν
μάγισσα μικρή κι ατίθαση. Αφού στριφογυρνούσε
στο κάθε φύσημα του αγέρα κι άφηνε
στη διψασμένη ακρογιαλιά της Αρχαίας Ελίκης
μικρές λακκούβες για να κολυμπούν
άδεια κογχύλια και ψαράκια ανώριμα .
Αφού
τη θάλασσα παράβγαινε στου νου τα κύματα
κι ανάδοχος γινόταν σε κάθε βράχο αρσενικό
που αναζητούσε έρωτα αρμυρό, σεληνιασμένο,
σπάζοντας δίχως έλεος των καραβιών τα όνειρα
που ορίζοντα δεν έχουν.
Μάγισσα μικρή, που βάφτιζε
με ονόματα καινούρια τον κάθε άνεμο,
την κάθε μέρα.
Αφού τις πέτρες έσπαζε να ακούσει
τη φωνή της σιωπής, αφού ιχνογραφούσε
τον κάθε ρόγχο, τον κάθε ψίθυρο,
τον κάθε ρόγχο, τον κάθε ψίθυρο,
την κάθε ανάσα από τις νύχτες της πάγκαλλης Θεάς που λυτρωμό δεν είχε.
Κάποιοι, κάποτε, θα πουν ότι αόρατη γινόταν
σαν με τις λέξεις χόρευε
και παθιασμένα αψηφούσε τον πόνο που έγδερνε της καρδιάς το κέλυφος και στέρευε
των ματιών τις βρύσες.
Κι αυτή,
σαν μάγισσα μικρή κι ατίθαση,
σαν μάγισσα μικρή κι ατίθαση,
υποψήφια του "κάποτε"
θα κρύβεται πίσω από τα πέπλα της σελήνης
σαν παραδίνεται
στου ήλιου το ανέβασμα
για να γλυκάνει ο κόσμος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου