Tatiana Nazarenko-Supper
Ο παρατηρητής βαδίζει πάντα πίσω από τα πράγματα. Βυθίζεται μέσα στο απαλό κομψό χάος των πραγμάτων, εκεί όπου συγκλίνουν ο κόσμος της σάρκας και ο κόσμος του σιδήρου, έχοντας μιαν αίσθηση αναθυμιάσεων απ’ τις μικρές κεραίες των εκτεθειμένων κορμιών.
Βλέπει τα σάλια και τα δάκρυα σαν κάτι παλιρροϊκό που αρχίζει να αγγίζει το στόμα και τα μάτια της μνήμης.
Βλέπει το ζεύγος γυμνό και ανυπεράσπιστο, αφοσιωμένο σε μια διασκέδαση υψηλής ποιότητας.
Βλέπει το μονοπώλιο του κράτους και τους χαμαιλέοντες να παρακολουθούν τη φωσφορίζουσα αγρύπνια των εραστών.
Παρατηρώ τις ατέλειωτες σκοτεινές ώρες και το ντροπαλό κορίτσι που τέλειωσε το χορό του. Βλέπω τις καλτσοδέτες και τα σχιστά φορέματα, τα διχτυωτά σουτιέν και τα κιλοτάκια της ερωτικής αναπαράστασης.
Βλέπω τις πολιτικές αλληγορίες πίσω από κάθε εκσπερμάτωση και πίσω από κάθε επιθυμία. Το νατουραλισμό της παχύδερμης φύσης μας.
Είμαι ο παρατηρητής, ο ηδονιστής, ο πρίαπος. Γνήσιο ζώο της αγέλης και της εικαστικής πλαστικότητας που με θέλει όμορφο ή άσχημο, καλό ή κακό, σπουδαίο μέσα στη μηδαμινότητά μου ή εκμηδενισμένο μέσα στο μεγαλείο μου.
Είμαι ο φαντασμένος που παρατηρεί μορφές, ο ερασιτέχνης που παραβιάζει το δεύτερο νόμο της θερμοδυναμικής, ο ανίατα ανίερος στροφαλοφόρος άξονας που δουλεύει ρολόι μέσα στο κρανίο του δαίμονα εαυτού.
Ένα εκδικητικό τσούρμο καταφθάνει γύρω απ’ την πιατέλα του σεξ. Ματαιόδοξοι σφετεριστές της ερωτικής πράξης νικημένοι απ’ την τερατομορφία της ιστορίας, γαμημένοι μέχρι το κόκκαλο απ’ τον πίθηκο-παπά και τους διορισμένους σκλάβους της χρηστικής λογικής.
Τα πάντα ζουν στο παρόν παλεύοντας με τη λάσπη του παρελθόντος.
Η λαγνεία καταφθάνει με το πρώτο δίκτυο αγγελιοφόρων της εφηβείας. Η λαγνεία είναι αρπαχτική. Μπορεί να καταβροχθίσει το βάζο με τα λουλούδια και το πορτραίτο του καλλιτέχνη.
Η λαγνεία γραπώνεται απ’ τον ποδόγυρο της αλαζονείας απευθύνοντας τις προσευχές της στο θεό Φαλλό, σαν μια αμαρτωλή που θέλει να κερδίσει τη βασιλεία των ουρανών της αθανασίας και της αιωνιότητας.
Γύρω απ’ το πιάτο του σεξ μαζεύονται οι αχόρταγοι καλοφαγάδες. Έχουν έτοιμο το πιρούνι του ανθρωποφάγου.
Ο έρωτας των άλλων τρώγεται. Καταβροχθίζεται. Κάνει τέχνη ή παιδιά για τον πόλεμο, γράφει ποίηση για τις τρίχες και το γυμνό σώμα. Ιδρύει ιεκ οργασμού στις μεγάλες πόλεις και στο διαδίκτυο.
Kάνει τις τάξεις πιο γραπωμένες στη δηλητηριώδη δύσοσμη μοχθηρή επιβίωση.
Παρατηρώ τις μορφές, ξανά και ξανά. Φορώ το δανεικό ρούχο της γλώσσας. Φωνάζω ίσως, ψιθυρίζω ίσως, ουρλιάζω ίσως.
Σπάστε τις πόρτες των ζωολογικών κήπων. Το θέαμα της αποχαύνωσης των φυλακισμένων πλασμάτων.
Απελευθερώστε τα πουλιά απ’ το αιώνιο κλουβί τους.
Τη φύση απ’ τους ιεροεξεταστές της ακαδημίας. Τη στύση απ’ την περιτομή της υπεραξίας της απόλαυσης.
Ξέρουμε πως θα μαραθούμε και ξέρουμε πως θα συντριβούμε. Αυτό σημαίνει εξέλιξη της ύλης. Αυτό σημαίνει ανελέητος μη-ρομαντισμός, να γράφεις με το ξυράφι στα δόντια, να υποχρεώνεις τα παιδιά σου να πηγαίνουν συχνά για προσκύνημα στον τάφο του έρωτα που τα γέννησε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου