Αναγνώστες

Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως, κρυμμένος σὰν ἀετός, μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος, ὁ πρῶτος μου ἑαυτός... ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2012

ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ..




ΔΙΑΣΠΑΣΕΙΣ
Ο τρόπος που μπαινοβγαίνουμε στις εποχές
και η τεράστια πόα της μοίρας
είν’ ο χρόνος. Πλήθος οι σπίθες αδελφικές
από μια θράκα διφορούμενη κ’ οι αποστάσεις
αρτηρίες της αόρατης ακινησίας:
εδώ μέσα κυλιέται ο κόσμος
κρεμάμενος απ’ το κορμί
σαν ένα φύλλωμα χωρίς λόγο
κι αυτό είναι υπέρτατο.
Κανένας ποταμός ούτε κοίτη,
τα πράγματα: ήρεμα ψέματα,
ο ήλιος όταν ανατέλλει και βυθίζει
δυο δικές μου τελετές.
Κανένας ποταμός ούτε μια πράξη στο μέλλον
ούτε μια προσταγή.
Κι ο ουρανός εμπαίζει τη φωτιά, την κάνει χρώματα,
η θάλασσα δεν έχει στόμα
σκοτώνει την ποικιλία
ιδρύοντας την εικόνα του νερού μ’ αιωνιότητες
την πείρα που μας κάνει να γογγύζουμε
πότε μεγάλη διαρκής αναμέτρηση και πότε
το στήθος σφάζοντας εμβρόντητη σιγή:
εδώ μέσα υπάρχω κυρίαρχος δίχως λόγο
κι αυτό είναι υπέρτατο.
Μα η εξέλιξη με ρίχνει κάτω
πηγαίνει προς το άλλο πράσινο
με παίρνει σβάρνα
συνωστίζεται γύρω μου
κ’ εγώ βουλιάζω στην έρημο των αισθήσεων
ανυπολόγιστος.
Ένας καρπός, ωριμάζει και πέφτει,
δεν έχει πρόσωπο ούτε καθρέφτη.
Το διψαλέο δράμα: Η ζωή,
να είναι μέσα μας και έξω από μας!

ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΩΝ ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΩΝ
Όταν αγγίζω
τη χειρότερη σιγή
που δεν μπορώ με τίποτα
να τη συνδέσω
καθώς απλώνει γύρω η αβεβαιότητα
σαν το νερό στο πάτωμα
τρέχοντας απ’ τη ραγισμένη στάμνα
σκέφτομαι πόσο αδικήσαμε
τους ήχους όλων των πρωτογόνων.
Όμως
είναι καλύτερη κ’ η πιο νωθρή σιγή
κ’ η πιο τυφλή μας γεύση
χαρούμενη σελέστα.
είναι πολύ προτιμότερο
το χάζεμα των λεωφορείων
η αγάπη των διαβάσεων
από πράσινο σε πράσινο –
μικρό μυθιστόρημα των βημάτων –
ανάμεσα σε ολόιδιες εξελίξεις
όπως ο ήλιος γίνεται
λαμπρή μεγάλη αδιαφορία
ή θα ’λεγα συναχωμένος κούρος,
είναι πολύ προτιμότερο
το χάζεμα των αυτοκινήτων
από κάθε
θλιβερή βλάστηση
στο αυτάρεσκο τοπίο της γλώσσας
μ’ ένα φρικώδη χείμαρρο συντακτικού
μ’ ένα αιματωμένο ξύρισμα
για ν’ αγοράζουμε μισοτιμής
το σεβασμό των άλλων
με τα «σαφώς»,
«εντέλει»
και «σαφέστατα»
των πάσης φύσεως δικηγόρων.
Αν δεν πεθαίνει κάτι – ειν’ η μοναξιά μας.

ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ
Κομμένος όπως το λουλούδι μεσ’ στο βάζο
θα ζούσε το απόλυτο κι ο άνθρωπος χωρίς να ζει.
Θα ’τανε χιόνι απάτητο
βροχή που πήρε άλλη απόφαση
και δε θα πέσει.
Θα ’τανε μια πασίλευκη
και ώριμη σιγή που ξεσκεπάζει
πως η γαλήνη ειν’ ο θεός λέξη προς λέξη
δίχως να περισσεύει τίποτα.
Έτσι μιλούσα βλέποντας
εξαίσια ρόδινες ορτανσίες άσπρες και γαλάζιες
ωσάν κομμώσεις θεαινών,
χρυσαφικές αλλόφρονες
μπετίνες και ελισαβέτες
με τα ωραία σκήπτρα τα αναρριχώμενα
μιλούσα βλέποντας
τα χιονόσφαιρα και τα μπαλέτα
τις ανοιγμένες ταϊτές τούς μπακαράδες
όταν ουρλιάζει τρυφερά στην ομορφιά της η κλοξίνια
και ξεθυμαίνουν από κίτρινα μικρά καμώματα
χαώδεις οι πρασινάδες
με τους ατλαντικούς απόκοσμες ασκληπιάδες
και τους φιλάδελφους στην ίδιαν αποκάλυψη
στον ίδιο φανερωτικό βωμό της Δήμητρας
όπως η μοβ εκείνη κληματίδα που μ’ εκπλήττει
μόνη της
ανασκευάζοντας τη νύχτα και τ’ αστέρια
η μοβ εκείνη του αέρα κρύπτη.
Βρισκόμαστε ποτέ πιο πάνω απ’ τ’ αστέρια;
Χαιρόμαστε ποτέ το φως απ’ τη μαυρίλα;
Ή μήπως είδαμε για ένα έστω δευτερόλεπτο
τη σιωπή σωστά καθισμένη;
Θρήνος που είναι τ’ άνθη στα δάχτυλά μας
κι άχραντο σκοτάδι!
Λαβωμένος απ’ το φεγγάρι με μάλαμα
βλέπω καλύτερα πόσο
φθονούμε την καθαρή θνητότητα
που ’χει βαθειά και τόσο ξάστερη
κομμένο το λουλούδι μεσ’ στο βάζο...
Νεάνιδες θροΐζουν ευγενικά
στην απεραντοσύνη του έρωτα
και τι γοργά χαράματα όταν φυσήξει ο χάρος!
Πολύχρωμοι
στην υψωμένη τους ερημία
θροΐζουν οι γλαδίολοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια: