α)
Χαράζεται η φωνή μέσ' στον τρεμάμενο άνεμο και μέσ' στα
κρύφια δέντρα του εσύ αναπνέεις
Είναι ξανθή κάθε σελίδα του ύπνου σου κι όπως κινάς τα
δάχτυλα σου μια φωτιά σκορπίζεται
Μέσα σου με παρμέν' από τον ήλιο αχνάρια! Και ούριος
πνέει ο κόσμος των εικόνων
Και η αύριο δείχνει ολόγυμνο το στήθος της σημαδεμένο
από το αναλλοίωτο άστρο
Που νυχτώνει το βλέμμα καθώς όταν πάει να εξαντλήσει
ένα στερέωμα
Ω μην ανθέξεις πια στα βλέφαρα
Ω μη σαλέψεις πια μέσα στους θάμνους του ύπνου
Ξέρεις ποια ικεσία στα δάχτυλα το λάδι ανάβει πού φρου-
ρεί τις πύλες της αυγής
Ποιο δροσερό φανέρωμα θροίζει μέσ' στην προσδοκία η
χορταριασμένη ανάμνηση
Εκεί που ελπίζει ο κόσμος. Εκεί που ο άνθρωπος δε θέ-
λει παρά να 'ναι ο άνθρωπος
Μόνος του και χωρίς καμιά Ειμαρμένη!
β)
Αφήνεσαι με κύμα στη σιωπή
Που ερημώσει την κατοικημένη ελπίδα μου
'Eνα δασάκι πλάι στη φωτιά
Στοίχημα των νυχτερινών ανέμων
Ένα βηματισμό σκιάς στην όχθη της Χίμαιρας
Ένα δωμάτιο
Δωμάτιο των απλών ανθρώπων
Ένα μυστικό
Πλυμένο κι απλωμένο στη ματιά πού θέλγει
Στη ματιά σου ή στο ύψος του ήλιου της Όλος μου ο βίος γίνεται, μια λέξη
Όλος ο κόσμος χώμα και νερό
Κι όλες οι φλόγες των δαχτύλων μου
Βιάζουν τα χείλη της ημέρας
Κόβουν στα χείλη της ημέρας
Το κεφάλι σου
Αντιμέτωπο στη μοναξιά του ονείρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου