Αναγνώστες

Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως, κρυμμένος σὰν ἀετός, μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος, ὁ πρῶτος μου ἑαυτός... ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2014

Valerio Magrelli, Ποιήματα




H αγκαλιά

Κοιμάσαι δίπλα μου και σκύβω ώστε να πλησιάσω
το πρόσωπό μου στο δικό σου, να με πάρει
ο ύπνος, όπως συμπεριφέρεται το φιτίλι,
όταν ένα άλλο φιτίλι του δίνει φωτιά.
Τα δυο λυχναράκια παραμένουν εκεί
καθώς η φλόγα τα προσπερνάει
κι ο ύπνος συνεχίζεται. Καθώς συνεχίζεται, όμως,
δονείται το λεβητοστάσιο.
Εκεί κάτω καίγεται μια φύση
που έγινε πέτρωμα, φλέγεται η Προϊστορία, νεκρή
τύρφη θαμμένη σε διαρκή ζύμωση
μπουμπουνίζει στα καλοριφέρ μου.
Στη φαιά αύρα του πετρελαίου το δώμα
γίνεται φωλίτσα που την θερμαίνουν
οργανικά κατάλοιπα, φωτιές και βοθρολύματα.
Τα φιτιλάκια, εμείς, οι δυο γλώσσες είμαστε
εκείνου του ενός παλαιοζωικού δαυλού.




Ανηλικότητα της Εργασίας

Κοίταξε αυτό το κοριτσάκι
που μαθαίνει να διαβάζει:
προτάσσει τα χείλη του,
αυτοσυγκεντρώνεται, τραβάει
τη μια λέξη μετά την άλλη,
ψαρεύει κι η φωνή του
είναι το καλάμι, ξετυλίγεται,
λυγίζει, αποσπάει
σπαρταριστά αυτά τα γράμματα,
μετέωρα τώρα στον αέρα,
στίλβοντα
στον ήλιο της προφοράς.

(μετάφραση: Σωτήρης Παστάκας)




Δεν υπάρχουν σχόλια: