Αναγνώστες

Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως, κρυμμένος σὰν ἀετός, μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος, ὁ πρῶτος μου ἑαυτός... ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

Κυριακή 5 Ιουλίου 2015

Ρούλα Τριανταφύλλου...



ΑΠΟΛΙΘΩΜΑΤΑ


Βυθίζεσαι σε άναστρη νύχτα.
Χάνεται η φωνή σου δίχως παρηγοριά αντίλαλου.
Άπλωσες το χέρι κι έκαναν πως δεν το είδαν.
Άφησες κραυγή θανάτου.
Τάχα δεν την άκουσαν;
Πληγή η περηφάνια πυρπόλησε το δειλινό.
Έμεινες στους χειμώνες, να κουβαλάς βοριάδες.
Την ερχόμενη άνοιξη -είπες-
που δε θα με δεις, μην απορήσεις.
Θα ξαναγίνω άνθρωπος.


ΕΡΗΜΙΑ

Εδώ και καιρό στις πέτρινες ώρες, μέρα καινούρια δεν χάραξε.
Ακούω τα βήματά σου στα καλντερίμια.
Περίμενες να φύγει η νύχτα σαν σκόνη στο παλιό τραπέζι.
Είναι αργά,
κι εσύ, συλλογίζεσαι τους κύκλους που έκανε η ζωή,
για αιώνιες κατακτήσεις
μια απατηλή ανατολή.
Σκληρή εποχή.
Είπες: Η γη κοιμισμένη σε θλίψεις ισόβιες.
Μην απορείς πως σαν χέρσα χωράφια μάς πήραν οι μπόρες.
Δέντρα, εκεί γυμνά στου ποταμού την όχθη.
Ρούχο παλιό η ζωή
σκίζεται μπαλώνεται.
Μη νοσταλγείς τα ταξίδια που σκαρώναμε,
που δεν τολμήσαμε ποτέ μας…

Πήγαν χαμένες οι φωτιές με τις γαλάζιες φλόγες.
Αυτός ο κόσμος,
σαν κάποιου Λίβα τη φωτιά δώθε κείθε μας σκορπούσε.
Δε μοιραστήκαμε τίποτα ως τώρα κι ο χρόνος ζυγώνει.
Δώσ’ μου τα χέρια σου, φίλε,
δώσ’ μου
ό,τι έχεις, έστω δυο δάκρυα, δυο στεναγμούς,
πριν τα χνάρια μας σβήσουν στο δρόμο της φυγής.




ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ  ΕΝΟΣ  ΑΘΛΙΟΥ  ΡΟΛΟΥ

Μήνας Σεπτέμβρης

Το μεγάλο ρολόι στον τοίχο δείχνει 5:48'.
Πέρα στον ορίζοντα πύρινες καμπύλες
διαγράφουν τα βουνά.
Σε λίγο θα ξημερώσει.
Το λευκό σπίτι θα λουστεί και πάλι στο φως,
στα χρώματα του ήλιου.
Εκείνη θ’ αφήσει κλειστά τα παράθυρα.
Κανένας ήλιος δεν θα ζεστάνει τα τραύματα της νύχτας.
Κανένας δεν θα επουλώσει τις πληγές.
Έτσι κι αλλιώς, ψηλά στον ουρανό σύννεφα ταξιδευτές
με πέπλα θα τον καλύψουν -σαν έναν παράνομο εραστή.
Μπροστά στον καθρέφτη χαμογελά,
χορεύει, ξεγελά τον εαυτό της χρόνια.
Κατά γράμμα τηρεί σενάριο άθλιου έργου,
που εκείνος σκηνοθέτησε.
Ένας μονόλογος και βουβοί λυγμοί διαπερνούν τους τοίχους.
Σήμερα θα συντρίψει τα είδωλα,
τον καθρέφτη,
το πρόσωπο δανεισμένο από τ' αγάλματα.
Στις ευθείες γωνίες σπάζουν τα συναισθήματα φτερά πεταλούδας.
Τέρμα στη διαδρομή της αιώνιας αναμονής.

Μήνας Σεπτέμβρης

Το μεγάλο ρολόι στον τοίχο δείχνει 5:48'.
Δεν την νοιάζει πια η θέση του ήλιου.
Σε λίγο θα νυχτώσει.
Μαζί με τη νύχτα θα ’ρθει κι ο θάνατος,
φορώντας τη μάσκα σκηνοθέτη ενός άθλιου έργου.



ΝΑΡΚΙΣΣΟΣ
Κουρνιάζω σε λέξεις.
Φτιάχνω ποιήματα.
Μέσα μου κήποι αυθαίρετοι.
Υποβόσκει ανεκπλήρωτη παραίσθηση
Μια φωνή, μια βροχή αλλάζει το πλάνο.
Σε λίμνη καθρεπτίζεται νάρκισσος.
Ω με τι ωραίο πλάσμα εξισώνεις το χαμένο χρόνο
στοχασμοί, φιλοσοφίες.
Διαμελίζεις ιμάτια σαν ιερόδουλη.
Με μύρο ξεπλένεις την αυθαιρεσία.
Μαινάδα σκέψη καταμεσής το ρήμα βρέχει.
Κρυώνω στη μοναξιά των στίχων.
Πιο πέρα καθρεπτίζεται νάρκισσος.

Σε γνωρίζω.
Άδοξος ποιητής, πρώτη τάξη, θρανίο δεύτερο.
Εγωισμός ο δάσκαλος επί παντός επιστητού.

Δεν υπάρχουν σχόλια: