Μού ’δωσες τον παλιόκαιρο,
του χεριού σου τον ανάλαφρο ίσκιο
όπως επέρναγε απ’ την όψη μου.
Μού ’δωσες το κρύο, την απόσταση,
και τον πικρό καφέ ώρα μεσάνυχτα
σε κάτι άδεια τραπέζια ανάμεσα.
του χεριού σου τον ανάλαφρο ίσκιο
όπως επέρναγε απ’ την όψη μου.
Μού ’δωσες το κρύο, την απόσταση,
και τον πικρό καφέ ώρα μεσάνυχτα
σε κάτι άδεια τραπέζια ανάμεσα.
Να βρέχει πάντοτε έπιανε
στη μέση της ταινίας·
στο λουλούδι που σού έφερνα,
μι’ αράχνη μες στα πέταλά του παραμόνευε.
στη μέση της ταινίας·
στο λουλούδι που σού έφερνα,
μι’ αράχνη μες στα πέταλά του παραμόνευε.
Τό ’ξερες πιστεύω, και την αναποδιά
επίτηδες, ναι, εσύ την ευνοούσες.
Μονίμως την ομπρέλα μου ξέχναγα,
προτού βγω στο δρόμο να σε ψάξω –
το ρεστωράν ήτανε φίσκα,
και στις γωνίες όλο για πόλεμο λέγανε.
επίτηδες, ναι, εσύ την ευνοούσες.
Μονίμως την ομπρέλα μου ξέχναγα,
προτού βγω στο δρόμο να σε ψάξω –
το ρεστωράν ήτανε φίσκα,
και στις γωνίες όλο για πόλεμο λέγανε.
Του τάνγκο ένας κάποιος στίχος υπήρξα
στην εντελώς αδιάφορη δική σου μελωδία.
στην εντελώς αδιάφορη δική σου μελωδία.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου