Διάλογος πρῶτοςΣὰ νὰ μὴν ὑπήρξαμε ποτὲ κι ὅμως πονέσαμε ἀπ᾿ τὰ βάθη. Οὔτε ποὺ μᾶς δόθηκε μία ἐξήγηση γιὰ τὸ ἄρωμα τῶν λουλουδιῶν τουλάχιστον. Ἡ ἄλλη μισή μας ἡλικία θὰ περάσει χαρτοπαίζοντας μὲ τὸ θάνατο στὰ ψέματα. Καὶ λέγαμε πὼς δὲν ἔχει καιρὸ ἡ ἀγάπη νὰ φανερωθεῖ ὁλόκληρη. Μία μουσικὴ ἄξια τῶν συγκινήσεών μας δὲν ἀκούσαμε. Βρεθήκαμε σ᾿ ἕνα διάλειμμα τοῦ κόσμου ὁ σῴζων ἑαυτὸν σωθήτω. Θὰ σωθοῦμε ἀπὸ μία γλυκύτητα στεφανωμένη μὲ ἀγκάθια. Χαίρετε ἄνθη σιωπηλὰ μὲ τῶν καλύκων τὴν περισυλλογὴ ὁ τρόμος ἐκλεπτύνεται στὴν καρδιά σας. Ἐνδότερα ὁ Κύριος λειτουργεῖ ἐνδότερα ὑπάρχουμε μαζί σας. Δὲν ἔχει ἡ ἁπαλὴ ψυχὴ βραχώδη πάθη καὶ πάντα λέει τὸ τραγούδι τῆς ὑπομονῆς. Ὢ θὰ γυρίσουμε στὴν ὀμορφιὰ μία μέρα… Μὲ τὴ θυσία τοῦ γύρω φαινομένου θὰ ἀνακαταλάβει, ἡ ψυχὴ τὴ μοναξιά της.
Ἡ εὐγένεια τῆς κωμωδίας μαςὍταν ξεραθεῖ τὸ χαμομήλι στὸν καλύτερο ἥλιο τῆς χρονιᾶς ἔρχονται βράδια νὰ γυρέψει ἀπὸ δαῦτο κι ὁ φτωχὸς κι ὁ πλούσιος κι ὅπως κυλάει ζεστὸ μέσα μας καὶ βάλσαμο κ᾿ εὐωδιάζουν τὰ σπλάγχνα κι ἁρμονίζονται φέρνοντας κάποιο αἴσθημα φαγωμένης πεταλούδας μὲ τὰ χνούδια της ἕνα τίποτα ἕνα χορτάρι φέρνοντας ὅλη τὴν εἰρήνη ἔτσι κι ὁ Ἰησοῦς ἕνα τίποτα, μονάχα φτυσμένος μονάχα ἡ μέσα φλόγα ποὺ λιώνει τὴν ἁφὴ κι ὁ Θεὸς γυμνοπόδης ἕν᾿ ἀρνὶ στὸν ἀέρα ψηλὰ στὸ δέντρο τῆς βυσσινιᾶς τὸ καιόμενο πέρα στὴ δύση. Ἂ τί φριχτὸ ποὺ εἶναι τὸ νερὸ ἕνα τίποτα κι ὁ ἀόρατος μᾶς ἔτυχε καθὼς τὸ μαχαίρι στὸ λαιμὸ τοῦ κόκορα.
Ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σουΝηστεύει ἡ ψυχή μου ἀπὸ πάθη καὶ τὸ σῶμα μου ὁλόκληρο τὴν ἀκολουθεῖ. Οἱ ἀπαραίτητες μόνο ἐπιθυμίες - καὶ τὸ κρανίο μου ὁλημερὶς χῶρος μετανοίας ὅπου ἡ προσευχὴ παίρνει τὸ σχῆμα θόλου. Κύριε, ἀνῆκα στοὺς ἐχθρούς σου. Σὺ εἶσαι ὅμως τώρα ποὺ δροσίζεις τὸ μέτωπό μου ὡς γλυκύτατη αὔρα. Ἔβαλες μέσα μου πένθος χαρωπὸ καὶ γύρω μου ὅλα πιὰ ζοῦν καὶ λάμπουν. Σηκώνεις τὴν πέτρα - καὶ τὸ φίδι φεύγει καὶ χάνεται. Ἀπ᾿ τὴν ἀνατολὴ ὡς τὸ βασίλεμμα τοῦ ἥλιου θυμᾶμαι πὼς εἶχες κάποτε σάρκα καὶ ὀστὰ γιὰ μένα. Ἡ νύχτα καθὼς τὴν πρόσταξες ἀπαλὰ μὲ σκεπάζει κι ὁ ὕπνος - ποὺ ἄλλοτε ἔλεγα πὼς ὁ μανδύας του μὲ χίλια σκοτάδια εἶναι καμωμένος, ὁ μικρὸς λυτρωτής, ὅπως ἄλλοτε ἔλεγα - μὲ παραδίδει ταπεινὰ στὰ χέρια σου... Μὲ τὴ χάρη σου ζῶ τὴν πρώτη λύτρωσή μου.
Ἡ ὈρθοδοξίαΓλυκὸ ποὺ εἶναι τὸ σκοτάδι στὶς εἰκόνες τῶν προγόνων ἄμωμα χέρια μεταληπτικὰ ροῦχα ποὺ τ᾿ ἄδραξεν ἡ γαλήνη καὶ δὲ γνωρίζουν ἄνεμο βαθιὰ τὸ ἐλέησον ἀπ᾿ τοὺς ἄυλους βράχους τὰ μάτια σὰν καρποὶ εὐωδᾶτοι. Κι ὁ ψάλτης ὁλόσωμος ἀνεβαίνει στὸ πλατάνι τῆς φωνῆς καημένε κόσμε θυμίαμα ἡ γαλάζια ὀσμὴ κι ὁ καπνὸς ἀσημένιος κερὶ νὰ στάζῃ ὁλοένα στὰ παιδόπουλα καημένε κόσμε σὰ βγαίνουν - ὢ χαρὰ πρώτη - μὲ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ μὲ τὶς λαμπάδες κ᾿ ὕστερα ἡ μεγάλη χαρὰ νὰ συντροφεύουν τ᾿ Ἅγια... Ὁ παπα-Γιάννης τυλιγμένος τ᾿ ἄσπρο του φελόνι καλὸς πατέρας καὶ καλὸς παπποὺς μὲ τὸ σιρόκο στὴ γενειάδα χρόνια αἰῶνες χρόνια καὶ νιάτα πὄχει ἡ ὀμορφιά!...
http://users.uoa.gr/~nektar/arts/poetry/nikos_karoyzos_poems.htm |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου