Στον πλανήτη μου βαδίζω στις μύτες των ποδιών μου,
Σιγά σιγά, μη με πάρουν χαμπάρι οι πνιγμένοι
Δε θέλω να τραβήξω τα βλέμματα και να εκτεθώ
Είμαι δυνητικά ευτυχισμένη
Πάλεψα σκληρά να καλλιεργήσω αυτή τη χαρά
Των Νέων Λιμνών,
Κοιτώντας το διάφανο νερό και τα φτεροκοπήματα
Των πουλιών στον ανοιχτό ουρανό. Και πώς
Μπορεί κανείς να κλάψει με τόσο έντονο φως;
Παρόλα αυτά αναλογίζομαι τον απέραντο γυάλινο τάφο κάτωθέ μου
Για πόσο μπορεί να θλίβεται όμως ένας Ονειροπαρμένος
Κι εγώ απ' αυτή την Επαρχία του Κόσμου κατάγομαι
Ο εγκέφαλος μου εκ γενετής ρέπει προς την Ουτοπία
Οραματίζομαι μεγάλες θολωτές γέφυρες Νοήμονες να χτίζουν πέτρινα φράγματα στους χείμαρρους των ορέων
Οραματίζομαι τη Φύση ν' αναγεννιέται με ωδίνες απαλού τοκετού
Οραματίζομαι αγόρια στιβαρά και
κορίτσια Αφροδίτες να γεννούν Σωτήρες
Να αναδύονται και να μεταλλάσσουν το μέλλον
Μόνο και μόνο από πάθος και έρωτα
Προς τη γαλάζια ανεμώνα του βυθού που ασφυκτιά με τόσο θάνατο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου