Βράδυ σαν τη μέρα της Εσχάτης Κρίσεως.
Ο δρόμος είναι πληγή ανοιχτή στον ουρανό.
Δεν ξέρω τώρα πια αν ήτανε Άγγελος ή λιόγερμα
η διαύγεια που έκαιγε στο βάθος-βάθος.
Επίμονη, σαν εφιάλτης, με βαραίνει η απόσταση.
Ένα συρματόπλεγμα πληγώνει τον ορίζοντα.
Ο κόσμος είναι άχρηστος και αποσυρμένος, στην άκρη.
Στον ουρανό έχει ξημερώσει, η νύχτα όμως στις τάφρους
μέσα είναι προδότρα.
Όλο το φως είναι στους γαλάζιους φράχτες και στις φωνές
των μικρών κοριτσιών.
Δεν ξέρω τώρα πια αν είναι δέντρο ή θεός αυτό που
ακουμπάει να στηριχτεί στα σκουριασμένα κάγκελα.
Και πόσες χώρες ταυτόχρονα: ο κάμπος, ο ουρανός, τα
προάστια.
Σήμερα ήμουν πλούσιος σε δρόμους, σε φιλοσοφικά
ηλιοβασιλέματα και σ’ ένα βράδυ που κατέληξε
έκπληξη.
Αργότερα θα ξαναγυρίσω στη φτώχεια μου.
Ο δρόμος είναι πληγή ανοιχτή στον ουρανό.
Δεν ξέρω τώρα πια αν ήτανε Άγγελος ή λιόγερμα
η διαύγεια που έκαιγε στο βάθος-βάθος.
Επίμονη, σαν εφιάλτης, με βαραίνει η απόσταση.
Ένα συρματόπλεγμα πληγώνει τον ορίζοντα.
Ο κόσμος είναι άχρηστος και αποσυρμένος, στην άκρη.
Στον ουρανό έχει ξημερώσει, η νύχτα όμως στις τάφρους
μέσα είναι προδότρα.
Όλο το φως είναι στους γαλάζιους φράχτες και στις φωνές
των μικρών κοριτσιών.
Δεν ξέρω τώρα πια αν είναι δέντρο ή θεός αυτό που
ακουμπάει να στηριχτεί στα σκουριασμένα κάγκελα.
Και πόσες χώρες ταυτόχρονα: ο κάμπος, ο ουρανός, τα
προάστια.
Σήμερα ήμουν πλούσιος σε δρόμους, σε φιλοσοφικά
ηλιοβασιλέματα και σ’ ένα βράδυ που κατέληξε
έκπληξη.
Αργότερα θα ξαναγυρίσω στη φτώχεια μου.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου